Μεγάλωσα σε έναν καταυλισμό τσιγγάνων Ρομ, και ενώ όλοι πίστευαν ότι θα έμενα εκεί για πάντα, αποφάσισα να ανοίξω το δικό μου δρόμο, στον έξω κόσμο.
Από την Ανίτα, όπως τα διηγήθηκε στην Κωνσταντίνα Δελημήτρου
Όταν ζεις σε έναν καταυλισμό, όλα σου τα υπάρχοντα βρίσκονται σε ένα αντίσκηνο, εκτεθειμένα ακόμη και στην πιο δυνατή βροχή. Σκέψου να μην είχες ποτέ δικό σου δωμάτιο ούτε κλειδί στην πόρτα σου, να μην είχες ποτέ την πολυτέλεια να γεμίσεις μια μπανιέρα με αφρόλουτρο για να χαλαρώσεις, να μοιράζεσαι το λιγοστό χώρο σου με οκτώ ακόμη άτομα. Και τα έξι από αυτά, ζιζάνια. Όλα αυτά όμως δεν φαντάζουν τόσο τρομερά σε σχέση με τη δυσκολία του να έχεις την ησυχία σου κάποιες στιγμές. Εμένα αυτό που μου έλειπε περισσότερο ήταν η ησυχία για να διαβάσω. Σου ακούγεται περίεργο; Το ίδιο ακουγόταν και στη φυλή μου.
Δυστυχώς, ένα κορίτσι Ρομ έχει προδιαγεγραμμένο μέλλον. Υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα που οφείλεις να κάνεις, σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Μέχρι τα δεκάξι σου, για παράδειγμα, πρέπει να έχεις μάθει άπταιστα… οικοκυρικά. Καμία άλλου είδους μόρφωση δεν χρειάζεσαι. Ακόμη και το σχολείο θεωρείται προαιρετικό. Αυτό που όλοι οι υπόλοιποι βλέπουν ως υποχρεωτική εκπαίδευση, για μας είναι πολυτέλεια. Τι να την κάνεις τη μόρφωση, μου έλεγαν όλοι, αφού στα δεκάξι σου θα έχεις παντρευτεί; Βλέπεις, λίγο πριν το τέλος της εφηβείας σου έχουν ήδη γίνει από τους γονείς οι διαπραγματεύσεις για το γάμο σου. Και οφείλεις να ξέρεις όλα όσα χρειάζεσαι για να κρατήσεις ένα σπίτι με σύζυγο, πεθερικά και παιδιά. Πολλά παιδιά όμως. Ο έρωτας, τα πρώτα σκιρτήματα, οι βόλτες, όλα αυτά που ζει ένα ερωτευμένο ζευγάρι, απλώς δεν είναι στο δικό μας πρόγραμμα. Ούτε καν ο γαμπρός δεν είναι δικό σου θέμα. Έχει προαποφασιστεί – σ’ αρέσει, δεν σ’ αρέσει. Οι περισσότερες παιδικές μου φίλες είναι παντρεμένες με παιδιά. Κάποιες έχουν ήδη τέσσερα, κι ας είμαστε μόλις 22 χρόνων.
Έξω από δω
Καμιά φορά μελαγχολώ με όλα αυτά. Εντάξει, έχει πολλά καλά ο τρόπος ζωής μας, ειδικά όταν δεν έχεις γνωρίσει άλλον – όχι όμως για πάντα. Τα οικονομικά προβλήματα, οι συχνές ασθένειες και οι καιρικές συνθήκες δυσκολεύουν πολύ την κατάσταση. Φυσικά, είναι και ο ρατσισμός που αντιμετωπίζει συνήθως η φυλή μου, όπου κι αν πηγαίνουμε. Ευτυχώς, η δική μου οικογένεια ήταν λίγο διαφορετική από τις υπόλοιπες. Μη φανταστείς κάτι φοβερό, επέτρεψαν όμως μια τοσηδά σπίθα ελευθερίας να σιγοκαίει μέσα μας – κι αυτό είναι αρκετό για να αλλάξει όλη σου τη ζωή. Εγώ αρνήθηκα να ακολουθήσω τα έθιμα της φυλής μου. Τουλάχιστον, όχι πριν γνωρίσω τον έξω κόσμο. Και είχα συμπαραστάτες τους γονείς μου.
Όλα ξεκίνησαν από τον πατέρα μου. Ήταν το μικρότερο παιδί της οικογένειάς του, αρκετά χαϊδεμένο και ατίθασο. Δεν του άρεσε να ακολουθεί τους κανόνες και αμφισβητούσε τον τρόπο ζωής των τσιγγάνων. Ειδικά το πώς συμπεριφέρονται στις γυναίκες, το ότι π.χ. το ξύλο είναι κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Κάποια στιγμή μάζεψε τα πράγματά του και έφυγε από τον καταυλισμό, για να γνωρίσει τον κόσμο. Έκανε πολλά ταξίδια και έμεινε καιρό στην Αγγλία. Κάποτε γύρισε πίσω, αλλά η επαφή με τόσους πολιτισμούς τον βοήθησε να δει διαφορετικά τη ζωή του. Σχεδόν αμέσως παντρεύτηκε τη μητέρα μου και έκαναν επτά παιδιά, διότι προφανώς από κάποια πράγματα δεν μπορείς να ξεφύγεις.
Underground
Τώρα είμαι 22 και οι γονείς μου ποτέ δεν με πίεσαν να παντρευτώ. Αντίθετα, με πίεζαν να διαβάζω τα μαθήματά μου, για να σπουδάσω και να φύγω το γρηγορότερο από τον καταυλισμό. Είμαι η μεγαλύτερη από τα 6 αδέλφια μου, γι’ αυτό και πέρασα την μπόρα πρώτη. Τα κουτσομπολιά ξεκίνησαν όταν έκλεισα τα δεκάξι και όλοι άρχισαν να ρωτάνε ποιον θα παντρευόμουν. Τους απαντούσα πως ο γάμος δεν ήταν στα άμεσα σχέδιά μου. Είχα το σχολείο, είχα τα αγγλικά, είχα κι ένα τσούρμο μικρότερα αδέλφια να νταντεύω, είναι δυνατόν να είχα μυαλό για γάμους; Τα πράγματα γίνονταν όλο και πιο δύσκολα σε κάθε γάμο συνομήλικής μου. Ο πατέρας μου με συμβούλευε να μην ακούω κανέναν. Έλεγε πως κάθε άνθρωπος οφείλει να αφήσει το σημάδι του σ’ αυτό τον κόσμο και πως ο παραδοσιακός τρόπος ζωής μας δεν θα μου επέτρεπε να αφήσω κανένα σημάδι. Θα ήταν σαν να μην έζησα ποτέ, και αυτό θα ήταν ντροπή. Ήταν πολύ ανοιχτόμυαλος ο πατέρας μου.
Οι φίλες μου αντιδρούσαν σε όσα τους έλεγα. Όταν μεγαλώνεις με την πεποίθηση ότι στα δεκάξι σου –το αργότερο– θα παντρευτείς, το αποδέχεσαι, δεν το αμφισβητείς. Στα περισσότερα κορίτσια, μάλιστα, αρέσει πολύ η ιδέα να ντυθούν νύφες, να φτιάξουν τη δική τους οικογένεια. Είναι κάτι σαν όνειρο ζωής, το μοναδικό τους όμως. Δεν υπάρχει κάτι άλλο που να τις ιντριγκάρει. Δεν ξέρουν πώς είναι ο έξω κόσμος και δεν θέλουν να μάθουν. Ειδικά όταν επικρατεί τόσος ρατσισμός εναντίον των ανθρώπων της φυλής μου. Γιατί να θέλεις να εξερευνήσεις έναν κόσμο που είναι τόσο εχθρικός απέναντί σου;
Case study
Κατάφερα να περάσω στο πανεπιστήμιο –Διοίκηση Επιχειρήσεων–, σε μεγάλη επαρχιακή πόλη. Επιτέλους θα ακολουθούσα το όνειρό μου. Για τη φυλή μου ήταν ανήκουστο. Ένα κορίτσι που έχει προ πολλού περάσει την ηλικία του γάμου και κινδυνεύει να μείνει στο ράφι, αντί να κοιτάει ποιον θα «κουκουλώσει», θέλει να φύγει σε άλλη πόλη. Μόνη της. Για να σπουδάσει. Και με τις ευλογίες του πατέρα της. Ήταν αδύνατο να το χωρέσει το κεφάλι τους. Ούτε για αγόρι θα το καταλάβαιναν, πόσο μάλλον για ένα κορίτσι. Ο πατέρας μου όμως ήταν ανένδοτος στις πιέσεις και τα κουτσομπολιά τους. Έτρεμε μην εγκλωβιστώ σε παράλογα έθιμα, μένοντας αόρατη σε όλη μου τη ζωή. Γι’ αυτό μάλλον οι τσιγγάνες φορούν τόσο έντονα χρώματα και στολίδια. Είναι τα μόνα που τους δίνουν την ψευδαίσθηση ότι είναι ορατές.
Και έφυγα. Οι γονείς μου ήταν φτωχοί. Μου έδωσαν κάποια χρήματα για την αρχή, αλλά δεν είχαν τη δυνατότητα να με συντηρούν, οπότε έμεινα στην εστία και άρχισα να ψάχνω για δουλειά. Τα είχα ήδη μισοκαταφέρει, θα ήταν κρίμα να τα παρατήσω μόνο και μόνο επειδή δεν είχα λεφτά. Λίγες μέρες μετά έπιασα δουλειά σε φαστφουντάδικο. Καταλαβαίνεις κούραση. Να σχολάς ξημερώματα, να πρέπει να διαβάσεις για να τρέξεις στη σχολή και μετά πάλι διάβασμα και ξανά δουλειά. Τα προσωπικά μου πέρασαν αναγκαστικά σε δεύτερη μοίρα. Τα είχα για αρκετό καιρό με ένα παιδί από τη σχολή, αλλά δεν προχώρησε. Στενοχωρήθηκα στην αρχή, αλλά ήταν πρωτόγνωρο για μένα να έχω την επιλογή να χωρίσω και να πω έτσι απλά: «Δεν μου κάνει; Δεν πειράζει, θα γνωρίσω άλλον». Το καταχάρηκα. Κατά έναν τρόπο ζούσα κι εγώ τα φοιτητικά μου χρόνια. Και θα ήμουν μια χαρά αν τα πράγματα δεν δυσκόλευαν ξαφνικά.
Ευ αγωνίζεσθαι
Δυστυχώς, κατά τη διάρκεια των σπουδών έχασα τον πατέρα μου, τον άνθρωπο στον οποίο όφειλα τη ζωή μου, αλλά και το ότι ήμουν τώρα στο δρόμο για να κάνω τα όνειρά μου πραγματικότητα. Από τη στενοχώρια μου δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ για μήνες στα μαθήματα. Κι αυτό ήταν το λιγότερο. Ο θάνατός του έφερε και πρακτικά προβλήματα. Η μητέρα μου έμεινε μόνη με έξι μικρά παιδιά, χωρίς καθόλου πόρους. Στο πένθος μου προστέθηκε και η ευθύνη της οικογένειας. Χωρίς τη δική μου οικονομική βοήθεια θα ήταν κυριολεκτικά στο δρόμο.
Στις πολύ δύσκολες εποχές με έπιανε το παράπονο και έλεγα «Θα τα παρατήσω όλα». Τι περίμενα να πετύχω χωρίς κανένα στήριγμα και με έξι παιδιά που ζούσαν από τα ελάχιστα χρήματα που έβγαζα; Έλεγα «Θα γυρίσω πίσω, θα βρω τον πιο πλούσιο γαμπρό και θα εξασφαλίσω τα προς το ζην για μένα και τ’ αδέλφια μου». Μετά όλα θα ήταν εύκολα. Τι θα έμενε να κάνω; Μόνο παιδιά και δουλειές στο σπίτι. Ούτε εξεταστικές ούτε διπλοβάρδιες ούτε πολύπλοκες σχέσεις και ερωτικές απογοητεύσεις.
Και μετά θυμόμουν τον πατέρα μου. Τι σημάδι θα άφηνα στον κόσμο; Κανένα. Και τότε πείσμωνα κι έλεγα ότι θα τα καταφέρω.
Τώρα βρίσκομαι σε περίοδο αποφάσεων. Οι σπουδές μου έχουν τελειώσει και προσπαθώ να δω τι θα κάνω στη ζωή μου. Το όνειρό μου είναι να φύγω για μεταπτυχιακό στο εξωτερικό. Δεν είμαι όμως μόνη πια και δεν έχω την πολυτέλεια να παίρνω ελεύθερα αποφάσεις, χωρίς πρώτα να έχω βρει τρόπο να συντηρώ την οικογένειά μου. Μια πιθανότητα είναι να μετακομίσω στην Αθήνα. Έχει περισσότερες δουλειές εκεί και καλύτερα χρήματα.
Η μόνη απόφαση που έχω πάρει είναι πως σκοπεύω να αφήσω το σημάδι μου. Κι όχι μόνο εγώ, αλλά θα φροντίσω να κάνουν το ίδιο και τα έξι αδέλφια μου. Αυτό ήταν το όνειρο του πατέρα μου. Να ξέρουν όλοι πως εκείνος και η οικογένειά του έζησαν. Πως όλοι, με τον τρόπο μας, βάλαμε το λιθαράκι μας στον κόσμο. Βέβαια, μπορεί αυτή τη στιγμή το λιθαράκι μου να ζυγίζει πιο πολύ κι απ’ το μενίρ του Οβελίξ, αλλά ακόμη κι έτσι μου αρέσει. Όποτε έχω τις μαύρες μου, μπορώ να βγω βόλτα, να δω τις φίλες μου, να πάω σινεμά ή για χορό. Η ζωή που επέλεξα μου δίνει το δικαίωμα να είμαι όσο θυμωμένη ή λυπημένη θέλω και να το λέω. Να ζω τη χαρά της επιτυχίας, ενός καλού βαθμού, μιας πρόκλησης. Μιας προσωπικής μου κατάκτησης. Κάτι που το κατάφερα μόνη, με τη δική μου αξία.
Ψίθυροι καρδιάς
Αν ερωτευτείς ένα αγόρι Ρομ και σκέφτεσαι να προχωρήσεις μαζί του, καλό είναι να έχεις υπόψη σου τα εξής (εκτός εάν ο φίλος σου είναι εξαιρετικά φιλελεύθερος και προοδευτικός):
■ Όταν παντρευτείς, θα πρέπει να εγκατασταθείς στο σπίτι του συζύγου σου και των γονιών του.
■ Οι δικοί του θα περιμένουν από σένα να είσαι παρθένα πριν το γάμο.
■ Ως γυναίκα Ρομ, θα αποκτήσεις δύναμη και εξουσία μόνο όταν γεράσεις και μάλιστα αφού κάνεις πολλά παιδιά. Γενικότερα, όσο πιο πολλά παιδιά κάνεις, τόσο πιο αξιοσέβαστη θα είσαι.
■ Στα καθήκοντά σου ως παντρεμένης, πέρα από τη φροντίδα του σπιτιού, του άντρα και των παιδιών σου, εντάσσεται και η φροντίδα των πεθερικών σου. Οφείλεις να υπακούς όλους του ενοίκους του σπιτιού.
■ «Αρχηγός» του σπιτιού είναι πάντα ο μεγαλύτερος σε ηλικία άντρας της οικογένειας (συνήθως, ο πεθερός σου) και ακολουθούν οι υπόλοιποι άντρες.
Πηγή: Cosmopolitan
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου