Τὸ ξέρω πὼς καθένας μοναχὸς πορεύεται στὸν ἔρωτα, μοναχὸς στὴ δόξα καὶ στὸ θάνατο.
Τὸ ξέρω. Τὸ δοκίμασα. Δὲν ὠφελεῖ. Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου ~ Η Σονάτα του Σεληνόφωτος

Lisa

This is thy hour O Soul, thy free flight into the wordless. Away from books, away from art, the day erased, the lesson done. Thee fully forth emerging, silent gazing, pondering the themes thou lovest best. Night, sleep, death, and the stars. - Walt Whitman
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα καθημερινότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα καθημερινότητα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2020

School of coffee

#ΜένουμεΣπίτι: Μυστικά για να φτιάξετε τον τέλειο καφέ στο σπίτι


Έχουμε αναγκαστεί όλοι να μείνουμε στο σπίτι μας για κάποιο καιρό. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι πρέπει να αποχωριστούμε και τον αγαπημένο μας καφέ.

Στην IL TOTO γνωρίζουμε καλά ότι ο καφές δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, για αυτό συγκεντρώσαμε και σας παρουσιάζουμε μικρά tips, για να φτιάχνετε και εσείς τον τέλειο καφέ στο σπίτι σας.

ΦΙΛΤΡΟΥ

Για να απολαύσετε μια κούπα καφέ φίλτρου, χρειάζεται κυρίως υπομονή. Πρέπει να περιμένετε να ξεχειλίσει όλος ο καφές στην κανάτα και μετά να γεμίσετε το φλιτζάνι σας. Στον καφέ φίλτρου παίζει ρόλο ακόμη και το νερό που θα χρησιμοποιήσετε, γιατί μπορεί να επηρεάσει την γεύση του. Προτιμήστε λοιπόν εμφιαλωμένο νερό και εάν θέλετε να προσθέσετε γάλα, φροντίστε να είναι σε θερμοκρασία δωματίου.

ΚΟΥΤΑΛΙΕΣ Ή ΓΡΑΜΜΑΡΙΑ;

Ο παραδοσιακός τρόπος του μετρήματος του καφέ με κουταλιές (2 ανά κάθε κούπα καφέ φίλτρου) δεν είναι πλέον και ο πιο σαφής. Καλό θα ήταν να ζυγίζουμε τον καφέ σε μια ηλεκτρονική ζυγαριά πριν μπούμε στη διαδικασία εκχύλισης του. Υπάρχουν πολλές συνταγές (ναι, γιατί μιλάμε πλέον για συνταγές), αλλά η συνηθέστερη είναι 6 γραμμάρια καφέ για 100 ml νερό. Όπως καταλαβαίνετε, η ηλεκτρονική ζυγαριά δεν θα σας χρειαστεί μόνο για να ζυγίζετε τον καφέ, αλλά και το νερό.

ΞΑΝΑΖΕΣΤΑΙΝΩ ΤΟΝ ΚΑΦΕ ΦΙΛΤΡΟΥ;

Αν θέλουμε να κρατήσουμε τον καφέ μας φίλτρου ζεστό καλό θα ήταν να τον διατηρήσουμε σε κάποιο θερμός. Ποτέ όμως δεν θα πρέπει να τον ξαναζεστάνουμε γιατί έτσι καταστρέφονται τα αρώματα του.

ESPRESSO

Εδώ πρωταρχικό ρόλο στο αποτέλεσμα του καφέ έχει η μηχανή που θα χρησιμοποιήσετε.
Ένα ωραίο κόλπο είναι να ζεστάνετε το φλιτζάνι σας πριν σερβίρετε τον espresso, ένας γρήγορος τρόπος είναι να το βουτήξετε σε καυτό νερό). Επίσης, καλό είναι να βάλετε ζάχαρη πριν τρέξει ο καφές και κυρίως να τον πιείτε αμέσως, γιατί το καϊμάκι του espresso διαρκεί για λίγα λεπτά. Άλλωστε εσπρεσάκι σημαίνει «το ‘πια κι έφυγα».

ΑΛΕΣΜΕΝΟΣ Ή ΣΕ ΚΟΚΚΟΥΣ;

Ο καφές μπαίνει στα περισσότερα σπίτι αλεσμένος. Ωστόσο, ο καφές σε κόκκους είναι η πιο σωστή επιλογή γιατί έτσι είναι πάντα φρέσκος, δεν χάνει τα αρώματα και τις γεύσεις του και έχει και περισσότερο χρόνο ζωής. Από την άλλη το υψηλό κόστος ενός ηλεκτρικού μύλου άλεσης δεν επιτρέπει την ύπαρξή του σε όλες τις κουζίνες. Σε αυτή την περίπτωση, αγοράζουμε τον καφέ σε μικρότερες ποσότητες και τον καταναλώνουμε γρήγορα ή αγοράζουμε έναν χειροκίνητο μύλο που δεν κοστίζει πολύ.

ΠΟΥ ΔΙΑΤΗΡΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΑΦΕ;

Ο αστικός μύθος λέει ότι ο καφές πρέπει να διατηρείται στο ψυγείο. Είναι το συνηθέστερο λάθος που κάνουμε οι περισσότεροι. Ο καφές πρέπει να φυλάσσεται σε ένα ντουλάπι μακριά από την υγρασία (ο σημαντικότερος εχθρός του) και φυσικά όχι κοντά σε μπαχαρικά και βότανα με έντονο άρωμα. Η ιδιότητά του να απορροφά τις μυρωδιές του περιβάλλοντος θα τον κάνει να χάσει και να αλλοιώσει το αρωματικό του προφίλ.


Καλή Απόλαυση!

Πηγή: iltoto.gr

Κυριακή 8 Μαρτίου 2020

A woman in the 50's

Μία χαμένη γυναικεία τσάντα του 1950 αποκαλύπτει 
πώς ήταν στα αλήθεια η ζωή εκείνη την εποχή

Την βρήκε τυχαία ο επιστάτης ενός σχολείου και ξετυλίγει ολόκληρη την πραγματικότητα ενός έφηβου κοριτσιού εκείνης της δεκαετίας.


Η απρόσμενη ανακάλυψη μίας δερμάτινης, κόκκινης τσάντας της δεκαετίας του '50 έρχεται για να δώσει στον κόσμο του 21ου αιώνα μία καλή γεύση του πώς ήταν πραγματικά η ζωή εκείνη την εποχή, του τι σήμαινε να είσαι νέος σε μία από τις πιο ξεχωριστές δεκαετίες για την ιστορία της ανθρωπότητας.

Το 2019 ένας επιστάτης στο North Canton Middle School στο Οχάιο, ξεκίνησε να επισκευάζει μερικά παλιά, παρατημένα λόκερς [ Σημείωση του Επιμελητή: lockers είναι τα προσωπικά ντουλαπάκια των μαθητών στα αμερικανικά σχολεία, στα οποία μπορούν να κλειδώσουν τα προσωπικά τους αντικείμενα. Συναντώνται και σε αποδυτήρια γυμναστηρίων. ] όταν εντόπισε ένα κόκκινο αντικείμενο πεσμένο σε ένα στενό χώρισμα, ανάμεσα στα λόκερς και τον τοίχο. Αν και η τσάντα είχε υποστεί σοβαρές φθορές στο εξωτερικό της, τα πράγματα που βρίσκονταν μέσα ήταν πολύ καλά διατηρημένα και δίνουν μία πραγματικά καλή εικόνα του πώς ήταν στα αλήθεια η ζωή ενός εφήβου εκείνης της εποχής, ζωντανεύοντας εικόνες ρετρό αισθητικής που συγκινούν και εντυπωσιάζουν.

Σύμφωνα με το περιεχόμενο της τσάντας, το κόκκινο μικρό clutch του 1957 άνηκε στην Patti Rumfola που, πράγματι, είχε δηλώσει ότι έχασε την τσάντα της σε κάποιον σχολικό χορό την ίδια χρονιά. Τότε το σχολείο είχε την ονομασία Hoover High Schoοl, ενώ δεν είναι γνωστό αν η τσάντα έπεσε από λάθος στο χώρισμα δίπλα στον τοίχο ή αν κάποιος την έκρυψε εκεί για συγκεκριμένο λόγο.



Τα αντικείμενα, όμως, που εντοπίστηκαν μέσα σε αυτήν λένε από την αρχή μία θαυμάσια ιστορία, που θα μπορούσε να είναι ακόμα και ταινία. Την ιστορία ενός νεαρού, δραστήριου και δημοφιλούς κοριτσιού που ζούσε στα τέλη της δεκαετίας του '50 και ήθελε να αλλάξει τον κόσμο. Μέσα στο κόκκινο τσαντάκι βρέθηκαν πολλά μολύβια, στυλό, ένα ημερολόγιο τσέπης (τότε δεν υπήρχαν κινητά για να έχει η Patti ηλεκτρονικό ημερολόγιο παντού μαζί της), εισιτήρια για το λεωφορείο, την κάρτα μέλους του YMCA και πολλές φωτογραφίες της οικογένειας της και των φίλων της.



Το αμερικανικό σχολείο αμέσως αποφάσισε πως τσάντα πρέπει να επιστραφεί άμεσα στην ιδιοκτήτρια της, δηλαδή στην Rumfola και γρήγορα μπόρεσε να διασταύρωσει πως η Patti αποφοίτησε από το λύκειο το 1960.

Δυστυχώς η διεύθυνση του εκπαιδευτικού ιδρύματος ανακάλυψε σύντομα ότι η Rumfola είχε πεθάνει το 2013, σε ηλικία μόλις 71 ετών στον Πενσυλβάνια. Ωστόσο, έζησε μία πολύ γεμάτη ζωή, έγινε και η ίδια καθηγήτρια και απέκτησε 5 παιδιά.


« Το σχολείο επικοινώνησε με την οικογένεια της Rumfola για να τους παραδώσει την τσάντα και όλα της τα παιδιά, μαζί με τα εγγόνια της, συγκεντρώθηκαν το περασμένο φθινόπωρο για να ανοίξουν όλοι μαζί το περιεχόμενο της τσάντας, ώστε να ρίξουν μία κλεφτή ματιά στην αληθινή ζωή της μητέρας τους πίσω στο 1957 ».


Πηγή: womantoc.gr

Πέμπτη 21 Απριλίου 2016

But first, coffee

EDITORIAL


Απομεσήμερο. Η ώρα της απόλυτης χαλάρωσης, της δημιουργικής απραξίας. Ήλιος, καφές και αραλίκι μέχρι τελικής πτώσεως.

Μετά από ένα γευστικό μεσημεριανό και μια γερή δόση σοκολάτας για επιδόρπιο, τη σκυτάλη έρχεται να πάρει το απογευματινό καφεδάκι. Στη χώρα της λιακάδας και του μεσογειακού ταμπεραμέντου, όπου έτυχε να ζούμε, πάντα θα βρίσκουμε αρκετή ώρα για να απλωθούμε στον ήλιο σαν γατιά και να καταναλώσουμε τιτάνιες ποσότητες καφέ. Μπορεί ο καφές να μην είναι ελληνική ανακάλυψη, αλλά εμείς τον κάναμε τρόπο ζωής.

Όσο ζεσταίνει ο καιρός, τόσο πολλαπλασιάζεται ο πάγος στο ποτήρι του καφέ. Διπλός, τριπλός και τρίδιπλος, με πάγο για να μας δροσίζει και να «φτουράει» περισσότερο. Ο Έλληνας θέλει τουλάχιστον ένα τρίωρο για να απολαύσει τον καφέ του.

Η άνοιξη έχει μπει για τα καλά και οι απανταχού freddoφόροι ξαμολιούνται σε πλατείες και ηλιόλουστες βεράντες για το απογευματινό τους αραλίκι. Από τα ανοιχτά παράθυρα εισβάλλει στα σπίτια ο Απρίλης με το ανθισμένο μεγαλείο του.

Ήλιο, καφέ και άνοιξη. Τι άλλο χρειάζεται ο άνθρωπος για να ανθίσει;

Τούτα τα ηλιόλουστα απογεύματα ευνοούν τα ταξίδια του μυαλού. Τριγύρω σιωπή, επιβεβλημένη από το νόμο κι εκείνη τη συλλογική ανάγκη για ηρεμία και περισυλλογή. Μοιάζουν οι ώρες κοινής ησυχίας με σιωπηλή συνωμοσία των ανθρώπων, για να μπορεί να απολαμβάνει ο καθένας τη δημιουργική μοναξιά του τις ομορφότερες ώρες της φύσης. 

Το αχνό ξημέρωμα, το ηλιόλουστο μεσημέρι, ο έναστρος μεταμεσονύκτιος ουρανός...

Η φύση σμιλεύει, ζωγραφίζει και κεντάει το πιο περίτεχνο έργο τέχνης. Αμέτρητα χρώματα, ανεπαίσθητες μυρωδιές, απαλοί ήχοι, παιχνιδίσματα σκιάς και φωτός. Άπειροι καλλιτέχνες προσπάθησαν να αιχμαλωτίσουν το μεγαλείο της φύσης και να το κάνουν δικό τους, να το ενσωματώσουν στην τέχνη τους. Μα ήταν ασύλληπτο για την ταπεινή θνητότητα των ανθρώπων.

Η φύση μας έμαθε να δημιουργούμε και να ταξιδεύουμε. Τα πρώτα μας ταξίδια ήταν από τον ήλιο στη σελήνη και από τη δύση στην ανατολή. Στη μέρα που μεταμορφωνόταν σε νύχτα ξεδιπλώθηκαν τα όνειρά μας και απέκτησαν δική τους ζωή. 

Στα ήσυχα βράδια τα καρδιοχτύπια γίναν τραγούδια και με το απαλό θρόισμα των φύλλων πέταξαν μακριά, φωνάζοντας όσα έμειναν κλειδωμένα στις ψυχές μας, ανείπωτα. Το μοναχικά «σ' αγαπώ» υψώθηκαν στον ουρανό κι έγιναν άστρα, το καταφύγιο των απαγορευμένων αγκαλιών και των κλεμμένων φιλιών.

Τα ζεστά μεσημέρια και τα πορφυρά ηλιοβασιλέματα έγιναν οι Ιθάκες που έδωσαν στον άνθρωπο το κίνητρο να ταξιδέψει. Να δει, να μάθει, να ζήσει. Να κατακτήσει κι άλλα ηλιοβασιλέματα. Κόκκινα, πορτοκαλί, ροζ, μωβ. Να κάνει δικά του όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου.

Κι ύστερα εγένετο η φαντασία...  Και τότε ο άνθρωπος μπόρεσε να κάνει τα πάντα.

Τούτο το πολυμήχανο ον που λέγεται άνθρωπος, δημιούργησε τον καφέ και τον χρησιμοποίησε για να έρθει κοντά με τους άλλους ανθρώπους. Σύντομα ανακάλυψε ότι ο καφές ταίριαζε τόσο σε κοινωνικές περιστάσεις, όσο και στο μοναχικό αραλίκι. 

Τούτο το μελανό ρόφημα έγινε η πνοή της ζωής· το ρόφημα που έφερνε τους ανθρώπους πιο κοντά και ταυτόχρονα τους βύθιζε βαθιά στη δημιουργική μοναξιά. Τους έγινε απαραίτητος, όταν ήταν μοναχικοί μα κι όταν δεν ήθελαν να νιώθουν πια μόνοι. Ενσωματώθηκε στην καθημερινότητά τους, όπως το οξυγόνο και το νερό. Μία ανάγκη τόσο αυτονόητη, που αντιλαμβάνεσαι την παρουσία της μονάχα όταν τη στερηθείς.

Και κάπως έτσι φτάσαμε στο σήμερα, στο τώρα. Στη δική μου γενιά. Τη γενιά του καφέ και των τσιγάρων. Στους ανθρώπους που κοιμούνται και ξυπνούν με τη λέξη «καφές» στα χείλη. 

Στον καφέ που αυτή τη στιγμή γεμίζει το στενόμακρο ποτήρι μου. Στο μεθυστικό άρωμα των αλεσμένων του κόκκων. Στις καυτές του σταγόνες, που χορεύουν με τον πάγο για να μεταμορφωθούν σε ένα νέο ρόφημα. Στις πρώτες γουλιές, που θα με ταξιδέψουν αυτόματα σε νέα μέρη. Σε μέρη του μυαλού μου. Μαγικά. Ονειρεμένα. 

Στο τσιγάρο που τύλιξε μέσα του φρέσκο καπνό και περιμένει την παρέα του καφέ για να αφεθεί στο καυτό άγγιγμα ενός αναπτήρα. Να θυσιαστεί στο βωμό ενός τεμπέλικου απογεύματος. Να λεηλατηθεί από το βάρβαρο άγγιγμα του ανθρώπου, που θα αφήσει πίσω του μονάχα στάχτες και μια μισοκαμμένη γόπα. Είμαστε όλοι οι άνθρωποι τσιγάρα, αν το καλοσκεφτείς...

Σ' εκείνη την ηλιόλουστη βεράντα και το δροσερό αεράκι που κλείνει μέσα του τη μυρωδιά του πεύκου και της ανθισμένης πασχαλιάς. Στις μικρές καθημερινές απολαύσεις. 
Στο τίποτα, που κλείνει μέσα του τα πάντα.

Η σημερινή καλημέρα θέλησε να γίνει απογευματινή. Να συνοδεύεται από έναν παγωμένο espresso και αναζωογονητικό αεράκι. Με χουζούρικη διάθεση και ζεστές ηλιαχτίδες. Μια καλημέρα που μοιάζει στο λαό που κατοικεί εδώ, στη χώρα της αιώνιας λιακάδας.

Τρίτη 19 Απριλίου 2016

La καταστασιον très απελπιστικ

EDITORIAL

Μετά από έναν ολόκληρο μήνα απουσίας, χαιρετώ τη μπλογκόσφαιρα με την πιο απλή, λιτή και απέριττη ανάρτηση αυτού του ιστολογίου. Η αιτία αυτού του διαδικτυακού μινιμαλισμού δεν είναι η σαρακοστιανή ταπεινοφροσύνη, αλλά ο απαρχαιωμένος υπολογιστής (μία λέξη θα σας πω: WindowsXP), στην ανάγκη του οποίου ξέπεσα για να σας γράψω επιτέλους μία μπλογκο-καλημέρα της προκοπής.
Όπως, ίσως, έχετε ήδη μαντέψει, το πολυαγαπημένο και ταλαίπωρο λάπτοπ μου, πνέει τα λοίσθια και (για να μην αποχαιρετίσει από τώρα το μάταιο τούτο κόσμο) τού έχω δώσει επ' αόριστον άδεια άνευ αποδοχών -μέχρι να καταφέρει η επιστήμη να κάνει το θαύμα της.


Τι έκανε, όμως, η Λίζα έναν ολόκληρο μήνα μακριά από το ιστολόγιό της; 
Θα ήθελα να σας πω ότι έγραφα άρθρα στο Word για να τα αναρτήσω με χρονοκαθυστέρηση, αλλά θα ήταν ψέματα. Ο μικρός μου Παράδεισος μπήκε κι αυτός στον πάγο μαζί με το «αυτοκτονημένο» μου λάπτοπ, καθώς με κύκλωνε η δίνη της καθημερινότητας. Μπήκα ξανά στην ατέρμονη «λούπα» που λέγεται ζωή, αναπηδώντας από τη μία ασχολία στην άλλη, αντιμετωπίζοντας γρίπες και εποχιακές αλλεργίες, μαλώνοντας με τον ήλιο και την άνοιξη και τον καιρό που δε με άφηνε να μείνω στο χειμώνα μου, μαλώνοντας με το γάτο μου, μαλώνοντας με τις αναμνήσεις μου, μαλώνοντας με τον ίδιο μου τον εαυτό, σε τελική ανάλυση.

Η αλήθεια είναι ότι, προς μεγάλη μου έκπληξη, η «παραδοσιακή» απραξία του Απρίλη (λες και το έχω τάμα ξερωγώ κάθε Απρίλιο να βυθίζομαι σε τέλμα) ήταν διανθισμένη από πολλές και διάφορες δημιουργικές -εντάξει, όχι και τόσο- ασχολίες.

Καταρχάς, αφιερώθηκα με αξιοζήλευτη προκοπή στα μαθήματα Γερμανικών που κάνω. Ξύπνησε μέσα μου η επιμελής μαθήτρια που φτιάχνει δικά της corpus σημειώσεων και υπογραμμίζει τους κανόνες με stabilo και με περιφρόνηση για το «ζαβό» μου χέρι επιδόθηκα ξανά στη σύνταξη του δικού μου «βιβλίου» Γραμματικής.
Δεν σας το έχω πει ποτέ, αλλά έχω αυτό το μικρό ψυχαναγκασμό να γράφω τα πάντα. Να υπογραμμίζω, να φτιάχνω πίνακες και διαγράμματα, να σημειώνω δίπλα στο κείμενο... Αν δεν γράψω, νιώθω ότι δεν έχω διαβάσει. Είναι σαν ένα είδος αυθυποβολής, να βλέπω τις σημειώσεις μου και να λέω στον εαυτό μου «ναι Λίζα, είσαι διαβασμένη».

Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, όσο ακατάστατο ήταν το δωμάτιό μου, τόσο τακτικό και οργανωμένο ήταν το γραφείο μου -όχι τόσο το ίδιο το γραφείο, όσο ο χώρος στον οποίο έγραφα, ζωγράφιζα (τερατουργήματα, αλλά δεν είναι της παρούσης) και διάβαζα. Όσο αδιάφορη ήμουν για τον πραγματικό κόσμο που με περιέβαλε, τόσο φρόντιζα τον κόσμο που δημιουργούσε η φαντασία μου. Όσο «χύμα» είμαι στη ζωή μου, τόσο λεπτολόγος γίνομαι όταν επιχειρώ να ξεφύγω από αυτήν. Τώρα που το σκέφτομαι, έχω πολλές ιδιοτροπίες τελικά...
Σαν τα πουλιά, γέμιζα τη δημιουργική μου φωλιά με ό,τι θεωρούσα απαραίτητο για να εγκατασταθώ εκεί. Κλασικά μπλε στυλό, με μύτη χοντρή και ευκίνητη για μακροσκελή κείμενα, ή πολύχρωμα μαρκαδοράκια, με μύτη λεπτή και ακριβή για μικροσκοπικά γραμματάκια, στριμωγμένα στο περιθώριο ασφυκτικά γεμάτων με λέξεις σελίδων. Τούτα τα μαρκαδοράκια πήραν τη θέση των μαρκαδόρων και των ξυλομπογιών, στα οποία αφιέρωσα άπειρα λεπτά της παιδικής μου ηλικίας, ταξινομώντας τα στις θήκες τους με σειρά χρώματος. Ω ναι, εκείνος ήταν ο πρώτος μου ψυχαναγκασμός! Μολύβια φάμπερ νούμερο δύο (πριν τα κάνει διάσημα η Άλκη Ζέη), για εκείνες τις αναποφάσιστες προσθήκες, που βάδιζαν στο μεταίχμιο γραμμένου και δια-γραμμένου. Ξύστρες, σβήστρες, διορθωτικά, υπογραμμιστικά -ολόκληρο το οπλοστάσιο ενός σχολαστικού γραφιά. Τετράδια, φάκελοι και διαφάνειες με ιδιαίτερα εξώφυλλα -το καταφύγιο των γραπτών μου καθώς περνούσαν οι μέρες, οι νύχτες, τα χρόνια. Κάποια διασώθηκαν, άλλα χάθηκαν στη λαίλαπα της ίδιας της ζωής, που όλο έτρεχε και όλο άλλαζε. Αδυσώπητο το πέρασμα του χρόνου.

Όχι, δεν ήθελα να πω αυτό...
Με επηρεάζει ο χώρος που βρίσκομαι, ο χώρος στον οποίο κάθομαι και γράφω τούτες τις λέξεις, ο χώρος όπου κατοικεί ο σταθερός μου υπολογιστής και μαζί του τα πνεύματα και οι αναμνήσεις μιας ζωής που πλέον φαντάζει ξένη, σαν μια ταινία που προβάλλεται στους τοίχους του παιδικού μου δωματίου.

Φταίει και η μακρόχρονη «σιωπή» μου και η απουσία από το ιστολόγιό μου. Μοιάζουν οι λέξεις τώρα να ξεχύνονται από μέσα μου άτακτα, άναρχα, ανυπότακτα... Σαν να θέλω να πω πολλά και να καταλήγω να μην λέω τίποτα. Ψιθυρίζει ο εγκέφαλός μου αδιάκοπα «πρέπει να σκεφτώ, πρέπει να γράψω, πρέπει να δημιουργήσω».

Επιστρέφω στο θέμα της ανάρτησης πάραυτα.
La καταστασιον très απελπιστικ. Αυτή είναι η αλήθεια. Δεν είμαι δυστυχισμένη, αλλά δε νιώθω ευτυχισμένη. Για την ακρίβεια δε νιώθω τίποτα. Σαν να μούδιασα μετά από το υπέρογκο φορτίο του πόνου που βίωσα τους τρεις πρώτους μήνες του 2016. Άντεξα... Πάντα αντέχω. Αυτό είναι το χάρισμα και η κατάρα μου.

Γι' αυτό προσπαθώ να απασχολώ το μυαλό μου αδιάκοπα. Τα μαθήματα με βοηθούν να μη κινούμαι, να μη μένω στάσιμη. Έστω και για λίγο, το μούδιασμα υποχωρεί. Ευτυχώς που τα Γερμανικά δεν είναι το μόνο μάθημα που παρακολουθώ...

Όπως, ίσως, θυμάστε, στην πρώτη ανάρτηση του 2016 έγραψα τις δικές μου New Year's Resolutions για το νέο έτος. Περίοπτη θέση κατείχε ανάμεσά τους, η απόφασή μου να πάρω φέτος το δίπλωμα οδήγησης. Αυτό που δεν σας είχα αναφέρει ήταν ότι το δίπλωμα οδήγησης δεν ήταν απλώς ένας ευσεβής πόθος. Η απόφασή μου να πάρω το δίπλωμα μέσα στο 2016, ήταν περισσότερο στοχευμένη απ' ότι φαινόταν. Βλέπετε, καθώς εγώ σας βομβάρδιζα καθημερινά με το λατρευτό μου αφιέρωμα Halloween, ταυτόχρονα διάβαζα για να δώσω σήματα μία ημέρα του Νοέμβρη, που μόνο σε μένα θα μπορούσε να φέρει γούρι. Παρασκευή και 13.
Εκείνη η ημέρα έμοιαζε φτιαγμένη για να δώσω εξετάσεις εγώ, ο πιο ανάποδος άνθρωπος του κόσμου. Ένιωθα αυτοπεποίθηση. Ήξερα μέσα μου ότι όλα θα πήγαιναν καλά, ότι αυτή η Παρασκευή και 13 θα ήταν το γούρι μου. Και είχα δίκιο. Οι «αντίστροφες προλήψεις» μου έπεσαν μέσα. Αυτό που ξεκίνησε ως ένα αστείο, κατέληξε να γίνει η αυθυποβολή που θα με βοηθούσε να αποβάλω το άγχος και να αποφύγω τα «χαζά» λάθη. Πεισματάρα καθώς είμαι, είχα πάει αποφασισμένη όχι μόνο να περάσω, αλλά να μην κάνω ούτε το ένα λάθος που δικαιούμουν. Έτσι κι έγινε.
Καθώς, όμως, πλησίαζαν Χριστούγεννα, μετά το «θρίαμβο» των θεωρητικών μου εξετάσεων, αποφάσισα να αναβάλω το πρακτικό κομμάτι για το νέο έτος.

Πού να ήξερα ότι στις αρχές του 2016 θα με υποδεχόταν ένα εφιαλτικό δίμηνο, που θα απομυζούσε από μέσα μου κάθε συναίσθημα, κάθε ρανίδα ευτυχίας και θα με άφηνε ράκος.
Ψυχικά. Σωματικά. Ράκος.
Εκείνο το διάστημα δεν είχα όρεξη, δεν είχα κουράγιο, για τίποτα. Ακόμη και η ελάχιστη κοινωνική συναναστροφή με εξαντλούσε. Δεν ήθελα να βγαίνω απ' το σπίτι, δεν ήθελα να βλέπω το φως της ημέρας, δεν ήθελα ούτε καν να σηκωθώ από το κρεβάτι. Η κατάθλιψη που βίωσα εκείνο το διάστημα ήταν βαθιά, τρομακτική. Ένα ψυχικό πραξικόπημα σκότους. Μαζί της ξύπνησε κάθε διαταραχή, κάθε νεύρωση, κάθε δαίμονας που στοίχειωνε το μυαλό μου. Είχα καταντήσει μια έμβια εμπόλεμη ζώνη. Ήμουν, μολαταύτα, αποφασισμένη να ανακάμψω. Έχω περάσει και χειρότερα.


Με τον ερχομό της άνοιξης, πήρα τη δύσκολη απόφαση να αντιμετωπίσω ξανά τη ζωή. Αν τα δέντρα μπορούν να ανθίσουν μετά τη βαρυχειμωνιά, μπορώ κι εγώ. Ήταν καιρός ν' αφήσω τις δικαιολογίες κατά μέρους. Καιρός να αντιμετωπίσω τη χαρά και κυρίως τη χαρά των άλλων.

Βιώνοντας την κατάθλιψη βυθίζεσαι στο σκοτάδι. Βυθίζεσαι σε μία άβυσσο χωρίς συναισθήματα, σ' ένα απέραντο κενό. Μεταμορφώνεσαι σε ένα πλάσμα απάνθρωπο και μιαρό. Νιώθεις ότι θα μολύνεις την ευτυχία των γύρω σου. Ότι οι δαίμονες σου θα βγουν μαζί σου για σεργιάνι, ψάχνοντας νέα θύματα -εσύ είσαι πια ένα κούφιο καρυδότσουφλο, βαρέθηκαν να παίζουν μαζί σου.
Το χειρότερο· νιώθεις ότι η δική τους ευτυχία θα τρυπώσει στη ζωή σου και θα διαλυθεί το μούδιασμα που κρατάει μακριά τον πόνο. Φοβάσαι να νιώσεις τη χαρά, γιατί ξέρεις ότι μαζί της θα επιστρέψει και η θλίψη. Είναι εύκολο να φυτοζωείς στο τίποτα, αποφεύγοντας να αισθανθείς «κάτι».

Ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσω τις ευθύνες μου, να εκπληρώσω τις υποχρεώσεις μου απέναντι στον ίδιο μου τον εαυτό. Μαζί με τα Γερμανικά, που ένα μήνα τα είχα αφήσει στην άκρη, άρχισα και τα μαθήματα οδήγησης. Στη δίνη των μαθημάτων και της καθημερινότητας κάπου, κάπως, ξεχάστηκα.

Καθώς το λάπτοπ μου αποφάσισε να πορευτεί εις τόπον χλοερόν, εις τόπον αναψύξεως, έπρεπε να βρω άλλες ασχολίες για να εμπλουτίσω την καθημερινότητά μου. Η τεχνολογία γι' ακόμη μια φορά με πολεμούσε και με ανάγκαζε να ζήσω σαν άνθρωπος των σπηλαίων.

Κάπως έτσι, ξεκίνησα να κάνω την ετήσια γενική καθαριότητα του δωματίου μου και πιο συγκεκριμένα της ντουλάπας μου, που κάθε άνοιξη με φορτώνει με την υποχρέωση να αποφασίσω τι θα μείνει και τι θα φύγει. Ως γνωστή σαβουρομαζώχτρα που είμαι, δυσκολεύομαι να πω αντίο σε ρούχα που είτε δε μου αρέσουν πια, είτε δεν είναι της μόδας, είτε απλώς δεν μου κάνουν. Καταλήγω, λοιπόν, να πηγαινοφέρνω συνεχώς τα ρούχα μου ανάμεσα στην εδώ και στην εκεί ντουλάπα (τη ντουλάπα-αποθήκη όπως την αποκαλώ), μουρμουρίζοντας σιβυλλικούς χρησμούς για το πώς μπορεί κάποτε να ξαναφορεθούν (μεταξύ μας, πολλές φορές μου βγήκε σε καλό τούτη η συνήθεια). Επιπλέον, η διάταξη και το περιεχόμενο των επίπλων -που χρήζουν ανακαίνισης μα δεν τους έχει δοθεί ακόμη η ευκαιρία- σε συνδυασμό με το σύνδρομο Carrie Bradshaw, με έχουν αναγκάσει να μετατρέψω το άλλοτε παιδικό μου δωμάτιο σε βεστιάριο, με μία ντουλάπα ασφυκτικά γεμάτη με ρούχα (εννοείται ότι όλα μου τα παλτό είναι κι αυτά προστατευμένα μέσα στη λιλιπούτεια ντουλάπα μου) και με τη μία γωνία του δωματίου να μοιάζει με κατάστημα παπουτσιών (προς Θεού μην μείνει ένα ζευγάρι παπούτσια χωρίς κουτί!), καταλήγω κάθε τρεις μήνες να ανεβοκατεβάζω κουτιά (τα οποία στη low season εποχή τους ξεκουράζονται επάνω στη ντουλάπα), ανάλογα με τις ανάγκες της εποχής.

Συμμαζεύοντας το δωμάτιο και τη ζωή μου, αναπόφευκτα άνοιξα τον σταθερό μου υπολογιστή για να ακούω, έστω, λίγη μουσική. Καθώς τα αρχεία μου σε αυτόν τον υπολογιστή ανάγονται περί το 2009, ολόκληρο το δωμάτιό μου μεταμορφώθηκε σε μία πύλη που με μετέφερε στο χωροχρόνο και συγκεκριμένα στα εφηβικά μου χρόνια. Τα φαντάσματα βγήκαν από τις σκοτεινές γωνιές τους και άρχισαν να μου διηγούνται ιστορίες για τα περασμένα και για το πώς αυτά μπορούσαν μια μέρα να καταλήξουν στο χαρτί. Άρχισα να ονειροπολώ ξανά και να περνάω όλο και περισσότερο χρόνο μέσα στο μικρό μου δωμάτιο. Χαζεύοντας παλιές φωτογραφίες, ξεφυλλίζοντας παλιά βιβλία, γράφοντας σημειώσεις. Τα ονειροπολήματα μου μπορούσαν να κρατήσουν ώρες ολόκληρες.

Παράλληλα, σαν από κάποιο αστείο της μοίρας, κάθε Απρίλιο τα τελευταία τρία χρόνια, βρίσκω τον εαυτό μου να γράφει και να προσθέτει λεπτομέρειες στο φανταστικό κόσμο που δημιούργησα πριν από δέκα και κάτι χρόνια. Το πρώτο μου βιβλίο, που από τότε που ξεκίνησε να γράφεται, γύρω στο 13ο έτος της ηλικίας μου, καταδικάστηκε να περάσει την αιωνιότητα ημιτελές, σαν μία καραμέλα που την αναμασώ όποτε έχω κέφια κι ύστερα την κλειδώνω ξανά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Όλα αυτά τα χρόνια έχει υποστεί τόσες αλλαγές που ούτε εγώ η ίδια θα το αναγνώριζα.
Αυτό που ξεκίνησε ως ένα παιδικό δημιούργημα, ένα παιχνίδι φαντασίας, απέκτησε δική του ζωή και δημιούργησε ένα ολόκληρο σύμπαν, το οποίο διέπουν οι δικοί του κανόνες. Οι πλοκές «φαντάσματα» έγιναν περισσότερες κι από τις λέξεις που αξιώθηκα να γράψω στο χαρτί.

Τα φαντάσματα του εφηβικού μου δωματίου με τράβηξαν σε μία δίνη μέσα στην οποία ξέχασα παντελώς το παρόν. Έφτασα στο σημείο να πετύχω το κατόρθωμα (!) να διαβάσω μόλις 30 σελίδες από το υπέροχο βιβλίο που κουβαλούσα μαζί μου πέρα-δώθε. Από κάποια ειρωνεία της τύχης, το βιβλίο αυτό ήταν το «Σπίτι των πνευμάτων».
Κάποια στιγμή, αναπόφευκτα, ξέφυγα και από αυτή τη λούπα και επέστρεψα στην αγαπημένη μου ρουτίνα, να ρουφάω επεισόδια ξένων σειρών και σελίδες βιβλίων. Μέσα σ' ένα τριήμερο διάβασα το βιβλίο μου και είδα τη μίνι σειρά 11.22.63. Είχα αρχίσει να επιστρέφω στο δικό μου κόσμο, από τον κόσμο στον οποίο ανθεί το αγαπημένο μου ιστολόγιο.

Ήταν καιρός να γυρίσω σπίτι.
Η κενή σελίδα του μπλόγκερ με πρόσμενε από καιρό, να τη λεηλατήσω με τις άναρχες σκέψεις μου και να την αμαυρώσω με γράμματα μαύρα, σε γραμματοσειρά Times New Roman. Η Λίζα επιστρέφει στη Χώρα των Θαυμάτων (έστω και μέσω WindowsXP).

Η σημερινή καλημέρα είναι μία ιστορία επιβίωσης. Μια πραγματικότητα που βρίσκεται δίπλα και εντός μας. Μια ιστορία σαν όλες τις άλλες. Αόρατη μες το πλήθος. Βγαλμένη από την καθημερινότητα και από τον πεζό ρεαλισμό της. Ένα ζεύγος αντιθέσεων, από το σκοτάδι στο φως, από το φόβο στην ελπίδα, από το τίποτα στο κάτι. Είναι ένα παραμύθι για την ίδια τη ζωή. Για τη ζωή που σαν ποτάμι κυλάει και τρέχει, που πάντα· συνεχίζεται.

Η ζωή συνεχίζεται με ή χωρίς εσένα. Μοιάζει με τρένο που μεταφέρει επιβάτες από σταθμό σε σταθμό. Μερικές φορές το μόνο που θες είναι να αράξεις στην αίθουσα αναμονής, βλέποντας τα τρένα να περνούν. Είναι πολύ εύκολο να ξεχαστείς κολλημένος σ' εκείνη τη θέση. Μετά από λίγο φαντάζει ακατόρθωτο να ανέβεις ξανά επάνω στο τρένο. Εγκλωβίζεσαι. Ο φόβος σε δένει εκεί, στο ίδιο σημείο, παρακολουθώντας όλους τους άλλους να ανεβαίνουν στο τρένο, εκτός από σένα.
Δεν θα επέτρεπα, ωστόσο, στον εαυτό μου να φυλακιστεί ξανά στην αίθουσα αναμονής. Όχι πια.
Γραπώθηκα πεισματικά πάνω σε αυτό το τρένο, που θα με έπαιρνε μαζί του θέλοντας και μη. Στην αρχή ήταν δύσκολο. Σερνόμουν στις ράγες, προσπαθώντας να επιβιβαστώ, καθώς εκείνο έτρεχε με 300 μίλια την ώρα. Τα μυτερά χαλίκια έγδερναν το δέρμα μου, τα καυτά σίδερα τσάκιζαν τα πλευρά μου, ο άνεμος, ανακατεμένος με άμμο, ράπιζε το πρόσωπο μου. Οι δαίμονες μου με είχαν περικυκλώσει και σαν Σειρήνες προσπαθούσαν να με γητεύσουν, να με πείσουν να αφεθώ και να μείνω πίσω μαζί τους. Μέσα στις κακουχίες, όμως, βρήκα τη δύναμη να κρατηθώ.
Έμοιαζε ακατόρθωτο, αλλά ανέβηκα. Έστω και ως λαθρεπιβάτης, τα κατάφερα.
Ψάχνω ακόμη την καμπίνα μου, αλλά είμαι επάνω. Κι αυτό έχει σημασία. Είναι στιγμές που επιβραδύνει ο συρμός και μπαίνω στον πειρασμό να αποβιβαστώ ξανά. Αλλά δεν το κάνω. Δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να γίνει «ο άνθρωπος που έβλεπε τα τρένα να περνούν». Η θέση μου εδώ. Όσο μπορώ να επιβιώνω, θα το κάνω.


Κάπου είχα διαβάσει ότι οι κατεστραμμένοι άνθρωποι είναι επικίνδυνοι, γιατί ξέρουν ότι μπορούν να επιβιώσουν. Είναι η απόλυτη αλήθεια...

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2016

Suit up!

Οι γυναίκες αγαπούν το ανδρόγυνο στυλ


Στο άκουσμα της λέξης «κοστούμι» πολλοί σκέφτονται ένα βαρετό και άχρωμο επιχειρηματικό συνολάκι που έχει κατά κόρον συνδυαστεί με το συντηρητισμό. Κατά πολλούς πληκτικό και υπερβολικά αρρενωπό, το κοστούμι αποτέλεσε για πολύ καιρό «παιδί ενός κατώτερου θεού» στη γυναικεία γκαρνταρόμπα.

Η παραπάνω αντίληψη, ωστόσο, όλο και φθίνει, καθώς τις οθόνες μας κατακτούν φωτογραφίες άψογου ανδρόγυνου street style. Τα κοστούμια μπορούν να είναι chic, sexy και εξαιρετικά στυλάτα -αν ξέρεις πώς να τα φορέσεις. Το ένδυμα αυτό, που αποτελεί το Άγιο Δισκοπότηρο του τηλεοπτικού Barney Stinson, κατακτά σταθερά τις καρδιές και τις γκαρνταρόμπες όλο και περισσότερων γυναικών.

Από τις φανατικές του «αυστηρού» ανδρόγυνου στυλ, μέχρι τις πιο «ριζοσπαστικές» fashionistas, δεν υπάρχει γυναίκα που να μην φόρεσε περήφανα το δικό της κοστούμι και να μην πρόσθεσε σε αυτό τη δική της «πινελιά».

Αν θες να φορέσεις κι εσύ το δικό σου κοστούμι, έχε στο μυαλό σου τρία πολύ απλά fashion tips που θα σε βοηθήσουν να πετύχεις το τέλειο ανδρόγυνο look και θα αναβαθμίσουν το ντύσιμό σου στυλιστικά.

1.) Η σωστή εφαρμογή είναι το κλειδί. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από ένα κοστούμι που μοιάζει «δανεικό». Σίγουρα στις μέρες μας είναι δύσκολο να έχουμε κολλητό τον ράφτη μας, αλλά τουλάχιστον σιγουρεύσου ότι το κοστούμι -τόσο σε στενή όσο και σε φαρδιά γραμμή- αγκαλιάζει σωστά το σώμα σου. 
2.) Πειραματίσου με το απροσδόκητο. Μη φοβηθείς να συνδυάσεις το κλασικό -αυστηρό- κοστούμι με ένα t-shirt, ένα φούτερ, αθλητικά παπούτσια ή οτιδήποτε άλλο φαντάζει «αταίριαστο». Θα χαρίσει στην εμφάνισή σου μια casual τσαχπινιά. Άσε που θα και θα κάνεις και fashion statement. 
3.) Παίξε με το χρώμα, τη λάμψη και την υφή. Τα κλασικά μαύρα και γκρίζα κοστούμια είναι υπέροχα, αλλά γιατί να μη δοκιμάσεις και κάτι πιο «χαριτωμένο», όπως ένα έντονο μπλε, ένα ασημί μεταλλιζέ ή ένα καλαίσθητο μοτίβο;

Ακολουθεί μια συλλογή φωτογραφιών των καλύτερων γυναικείων κοστουμιών, όπως αυτά κατέκτησαν τις «πασαρέλες του δρόμου» (ούτως ειπείν street style), με πρώτη και καλύτερη, φυσικά, την Esther Quek, την ιέρεια του ανδρόγυνου στυλ.

























To be continued...

Εικόνες: Google, Pinterest