Τὸ ξέρω πὼς καθένας μοναχὸς πορεύεται στὸν ἔρωτα, μοναχὸς στὴ δόξα καὶ στὸ θάνατο.
Τὸ ξέρω. Τὸ δοκίμασα. Δὲν ὠφελεῖ. Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου ~ Η Σονάτα του Σεληνόφωτος

Lisa

This is thy hour O Soul, thy free flight into the wordless. Away from books, away from art, the day erased, the lesson done. Thee fully forth emerging, silent gazing, pondering the themes thou lovest best. Night, sleep, death, and the stars. - Walt Whitman

Κυριακή 28 Ιουνίου 2020

Το χαμόγελο της (Μόνα) Λίζα

Όπως ανέφερα στο πρωινό μου editorial, η δημιουργική μου απραξία γέννησε χθες, μετά από καιρό, ένα νέο διήγημα, πολύ διαφορετικό απ' ότι έχω δημοσιεύσει σε αυτό το ιστολόγιο. 


Το διήγημα ονομάζεται δέκα τοις εκατό, και ο παρακάτω σύνδεσμος θα σας οδηγήσει στο δεύτερο ιστολόγιο μου, Το Χαμόγελο της (Μόνα) Λίζα, όπου ανεβάζω αποκλειστικά δικά μου δημιουργήματα. Αν θέλετε να δείτε τον κόσμο μέσα από τα μάτια και το...πληκτρολόγιό μου, μη χάνετε στιγμή, πατήστε στον παρακάτω σύνδεσμο και διαβάστε τα "χαμόγελα" μου.


Δέκα τοις εκατό

«Ο άνθρωπος χρησιμοποιεί μόνον το δέκα τοις εκατό  
των δυνατοτήτων του εγκεφάλου του.  
Συγκρατήστε αυτήν την πληροφορία,  
θα σας χρειαστεί αργότερα».


Στην παρούσα, όμως, ανάρτηση δε θα περιοριστώ μόνο στην κοινοποίηση του συνδέσμου. Αποφάσισα να σας μιλήσω λίγο και για το ίδιο το διήγημα, τη σύλληψη της ιδέας, τις λεπτομέρειες που δεν κατάφεραν να περάσουν την τελική περικοπή και να σας φανερώσω κάποια μικρά easter eggs που έκρυψα για να κάνω τη διήγηση λίγο πιο διασκεδαστική...για μένα. 

Θα φτάσουμε, όμως, κι εκεί.

Κάτι που θεωρώ σημαντικό να υπογραμμίσω είναι ότι πρώτη φορά γράφω ένα διήγημα αυτού του είδους. Μολονότι πάντοτε με προσέλκυε η λογοτεχνία του φανταστικού, και από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου σκαρφίζομαι ιστορίες με μάγους και μυθικά πλάσματα, εντούτοις ποτέ δεν είχα αγγίξει τα σύνορα της επιστημονικής φαντασίας. Αν και απολάμβανα βιβλία και κινηματογραφικές παραγωγές αυτού του είδους, πάντοτε έβρισκα το sci-fi "ξένο". Όχι επειδή δεν μου άρεσε, αλλά επειδή η φαντασία μου δεν έβρισκε το λόγο να παρεκκλίνει από το fantasy. Αυτή είναι η πρώτη μου προσέγγιση σε τούτο το λογοτεχνικό είδος.

Όλα ξεκίνησαν πριν από δύο βράδια, παρακολουθώντας μία ξένη σειρά που τοποθετείται σε μία τεχνολογικά προηγμένη δυστοπία. Καθώς έβλεπα ένα επεισόδιο με θέμα τη μεταφορά συνείδησης από ένα σώμα σε ένα άλλο, μία γνώριμη πρόταση κέντρισε την προσοχή μου. "Χρησιμοποιούμε μόνο το δέκα τοις εκατό των δυνατοτήτων του εγκεφάλου μας". Μία δήλωση που χρησιμοποιείται συχνά σε ταινίες επιστημονικής φαντασίας, για να υπογραμμίσει ότι εάν χρησιμοποιήσουμε έστω και 1% παραπάνω, μπορούμε να γίνουμε υπεράνθρωποι. Από τη στιγμή εκείνη, το μυαλό μου ξεκίνησε να συστρέφεται γύρω από εκείνη τη φράση.

What if...

Κι αν το αδρανές 90% στην πραγματικότητα χρησιμοποιείται; Κι αν κάτι μπλοκάρει τη συνείδηση μας από το να αντιληφθεί τη λειτουργία του; Κι αν είναι κάτι που υπερβαίνει την ανθρώπινη συνείδηση, γι' αυτό είναι κλειδωμένο για να μη χάσουμε τα λογικά μας;

Καθώς τα ερωτήματα αυτά τριβέλιζαν το μυαλό μου, και μία ιστορία γεννιόταν μέσα μου, η playlist μου κατέληξε σε ένα νέο επεισόδιο της sci-fi σειράς. Το θέμα του επεισοδίου ήταν το mind uploading, η μεταφορά συνείδησης σε έναν υπολογιστή, όπου είχε δημιουργηθεί μια προσομοίωση όπου μεταφέρονταν οι νεκροί, και την οποία δοκίμαζαν οι ετοιμοθάνατοι. Ένας τεχνητός παράδεισος. Οι χρήστες της εν λόγω εφαρμογής είχαν την επιλογή να μεταφερθούν σε μία παρελθοντική στιγμή (το μεγαλύτερο μέρος του επεισοδίου διαδραματίζεται τη δεκαετία του 1980), "φορώντας" το σώμα της νιότης τους και να αλληλεπιδρούν με τους υπόλοιπους νεκρούς εκεί. 

Αναπόφευκτα, σκέφτηκα ότι το κόνσεπτ του παρελθοντικού εαυτού τους μου θύμιζε, κατά κάποιο τρόπο, τη φιλοσοφία της μετενσάρκωσης. Τα άβαταρς των νέων εαυτών τους, και η επιλογή να ταξιδεύσουν στα 80s, τα 90s ή τα 00s, μου θύμισαν την ύπνωση και την αναδρομή σε προηγούμενες ζωές. Το μυαλό μου ξεκίνησε ξανά να παίρνει στροφές.

What if...

Κι αν το 10% που χρησιμοποιούμε  είναι η παρούσα μετενσάρκωση; Αν στο υπόλοιπο 90% είναι αποθηκευμένες όλες οι μετανσαρκώσεις που έχουμε πραγματοποιήσει ή πρόκειται να πραγματοποιήσουμε; Κι αν βρεθεί στο μέλλον επιστημονική εξήγηση για τη μετενσάρκωση; Αν μπορούσα να δώσω ένα δικό μου επιστημονικό ορισμό για τη μετενσάρκωση, ποιος θα ήταν αυτός;

Ενώ ξεκίνησα να φλερτάρω με τη σκέψη ενός διηγήματος επιστημονικής φαντασίας, ήρθε η ιδέα που έδεσε μαζί όλες τις υπόλοιπες, σαν δομικό υλικό. Το ταξίδι στο χρόνο. Μία έννοια η οποία έχει απασχολήσει κατά κόρον τους συγγραφείς τόσο της επιστημονικής φαντασίας, όσο και του φανταστικού. Από το Harry Potter μέχρι το Supernatural και από τους Avengers μέχρι το 11.22.63, το ταξίδι στο χρόνο ήταν πάντοτε ελκυστικό.

Το αγαπημένο μου κόνσεπτ ήταν ανέκαθεν ότι ο χρόνος συμβαίνει ταυτόχρονα: κάθε πράξη που πρόκειται να κάνει ο χρονοταξιδευτής έχει ήδη συμβεί και δώσει αποτελέσματα. 

Με βάση αυτό το σκεπτικό, και "κλέβοντας" ιδέες από υπάρχουσες επιστημονικές θεωρίες, ξεκίνησα να συνθέτω τους κανόνες του δικού μου κόσμου. Η θεωρία που συνέθεσα, μπορεί να φαντάζει αληθοφανής, κάτι που ακόμη κι αν δεν ισχύει μπορεί να σταθεί ως μία θεωρία που θα πίστευε κάποιος, στην πραγματικότητα, όμως, είναι 100% επίπλαστη. Φτιαγμένη ώστε να εξυπηρετεί την πλοκή και να μοιάζει ως κάτι που θα μπορούσε να ειπωθεί από έναν ιδιαιτέρως μορφωμένο άνθρωπο.

Μία πληροφορία που τελικά κόπηκε στο "μοντάζ", ήταν ότι οι σχιζοφρενείς και οι άνθρωποι με διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας, είναι στην πραγματικότητα άνθρωποι που έχουν πρόσβαση στο σκοτεινό 90%. Οι φωνές που ακούν, και οι πολλαπλές προσωπικότητες που υιοθετούν δεν είναι παρά οι υπόλοιπες ενσαρκώσεις της συνείδησής τους. Είναι προσωπικότητες που ανήκουν σε ανθρώπους τόσο αληθινούς, όσο και οι ίδιοι. Αν και ήταν μία από τις αγαπημένες μου λεπτομέρειες, που έδενε τη θεωρία και παρείχε απτά παραδείγματα από τη ζωή εκτός του διηγήματος, εν τέλει δε βρήκα κάποιο λόγο ώστε να αναφερθεί σε αυτό η δόκτορ Περνέλ (που αναλαμβάνει το ρόλο του herald, του αγγελιοφόρου, του προσώπου που μας συστήνει το νέο κόσμο και δίνει στον πρωταγωνιστή το μήνυμα του "ταξιδιού"). Παρόλο που είναι μία πληροφορία που η επιστήμονας γνωρίζει, δεν συντρέχει τελικά λόγος να τη μοιραστεί μαζί μας.

Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθώ στα "easter eggs", τις μικρές λεπτομέρειες που βρίσκονται στρατηγικά κρυμμένες στο διήγημα, ώστε να τις εντοπίσει το υποψιασμένο μάτι.

Κάτι που ίσως δεν ξέρετε, καθώς τα περισσότερα αποσπάσματα που έχω δημοσιεύσει στα ιστολόγια μου είναι πιο "απρόσωπα" και σύντομα, είναι ότι έχω την τάση να εισάγω στις ιστορίες μου μικρά υπονοούμενα και λογοπαίγνια. Ίσως να το έχετε εντοπίσει στα ποιήματα μου, όπου συχνά προσθέτω φαινομενικά τυχαίες λέξεις, με βαθύ συμβολισμό, όπως οι Περσείδες, η αυγουστιάτικη βροχή αστεριών.

Μου αρέσει να επιλέγω για τους χαρακτήρες, τις πόλεις, τα ιδρύματα κ.ο.κ. ονόματα που παραπέμπουν σε κάτι άλλο. Ορισμένες φορές φλερτάρουν με ονόματα μυθολογικών ηρώων, άλλες φορές παραπέμπουν σε λογοτεχνικά ή κινηματογραφικά έργα, άλλες, τέλος, κλείνουν το μάτι σε γνωστούς θρύλους αλλά και θεωρίες συνωμοσίας. Ίσως ακόμα να κάνω μία μικρή αναφορά σε ένα παλαιότερο γραπτό μου. Άλλοτε επιλέγω μια εξόφθαλμη αναφορά, άλλοτε μια αναφορά τόσο διακριτική που ίσως, εν τέλει, μπορώ να την εντοπίσω μόνο εγώ. Συχνά μου αρέσει να παίζω με ξενόγλωσσες λέξεις, όπως το nero (μαύρο στα ιταλικά,)ή με σημασίες ονομάτων, όπως τις εντοπίζω σε ονοματολόγια, όπως η natara (=θυσία). Είναι ένα παιχνίδι που απολαμβάνω ιδιαίτερα, να γράφω κάτι γνωρίζοντας ότι υπάρχει κάτι βαθύτερο πίσω. Μου αρέσει η έρευνα γύρω από μυθολογίες και θρύλους για να βρω τη λέξη εκείνη που θα δέσει μαζί την ιστορία μου, διαδικασία που μοιάζει με κυνήγι χαμένου θησαυρού. 

Σαφώς θα το απολάμβανα, αν οι ιστορίες μου κάποτε γίνονταν βιβλία και οι αναγνώστες κυνηγούσαν αυτά τα μικρά "πασχαλινά αυγά", όπως συχνά παρατηρούμε σε μεγάλα εκδοτικά φαινόμενα. Στην πραγματικότητα, όμως, ο άμεσος δέκτης αυτών των παραπομπών είμαι και θα είμαι πάντα εγώ. Εγώ που γράφω κρυφογελώντας, γιατί ξέρω ότι μόλις δημιούργησα ένα νέο μικρόκοσμο, με δική του "προ-ιστορία" και συμβολισμούς.

Σήμερα, όμως, αποφάσισα να σας φανερώσω κάποια από αυτά τα μικρά υπονοούμενα, ξεκινώντας από τα ονόματα των πρωταγωνιστών. Το μικρό αυτό διήγημα έχει δύο δρώντα πρόσωπα: τη Νικόλ Περνέλ και την Κασσάνδρα Έβανς.

Ξεκινώντας από την κυρία Έβανς, η βασική ιδέα ήταν ότι ήθελα να υπογραμμίσω την αντίθεση του καθημερινού ανθρώπου, εν αντιθέσει με το "μυημένο" επιστήμονα. Επέλεξα, λοιπόν, το επίθετο της κυρίας Έβανς με έναν τρόπο ασύλληπτα απλό: ρίχνοντας μία ματιά στο ράφι της βιβλιοθήκης δίπλα μου. Το όνομα ενός συγγραφέα, ένα όνομα ταυτόχρονα ασήμαντο (ένα συνηθισμένο όνομα) και βαρυσήμαντο (ένας άνθρωπος που δημιούργησε έναν ολόκληρο κόσμο και τον εναπόθεσε στο χαρτί). Το πρώτο βιβλίο πάνω στο οποίο έπεσε το μάτι μου ήταν ο Γητευτής των Αλόγων, του Νίκολας Έβανς. Έβανς, σκέφτηκα, ένα όνομα συνηθισμένο και ταυτόχρονα το όνομα της Λίλυ Έβανς και του Κρις Έβανς. Με το όνομα της πρώτης να παραπέμπει σε μια γυναίκα που πέθανε άδικα και του δεύτερου να παραπέμπει στη κινηματογραφική ενσάρκωση του Κάπτεν Αμέρικα, του παν-αμερικάνικου χαρακτήρα. Η κυρία Έβανς έπρεπε πράγματι να είναι ένας απρόσωπος χαρακτήρας που να αντιπροσωπεύει κάθε πολίτη της δυστοπικής της κοινωνίας.

Το όνομα Κασσάνδρα δεν προέκυψε παρά λίγα λεπτά πριν ολοκληρώσω το διήγημα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή το όνομα της ήταν Καλλιόπη, όμορφη όψη, υποδηλώνοντας ότι κάποτε ήταν κι εκείνη νέα και όμορφη, πριν γίνει η ηλικιωμένη που καταρρακώθηκε από μια ανίατη ασθένεια. Μόλις, όμως, έγραψα το φινάλε, όπου σαν άλλη Κασσάνδρα η επιστήμονας εκφωνεί την τραγική προφητεία για τη μοίρα της ψυχής της κυρίας Έβανς, το όνομα Κασσάνδρα φάνταζε ως η ιδανική επιλογή. Το ίδιο της το όνομα είναι η ζοφερή προφητεία της.

Έχοντας επιλέξει το όνομα της ασθενούς (που μέχρι εκείνη τη στιγμή αμφιταλαντευόμουν για το κατά πόσο θα ήταν προτιμότερο να αφήσω τις δύο ηρωίδες ανώνυμες), ήρθε η ώρα να "βαφτίσω" τη νεαρή επιστήμονα. Όπως προείπα, ήθελα να φέρει το όνομα ενός "μυημένου" και η λέξη "μύηση" αναπόδραστα με έφερε στην απόκρυφη τέχνη της Αλχημείας. Η πρώτη μου σκέψη ήταν ο Νικολά Φλαμέλ, συμβολίζοντας το κυνήγι της αθανασίας και τη νέα φιλοσοφική λίθο που θα λάμβανε τη μορφή μίας βάσης δεδομένων όπου αποθηκεύονται συνειδήσεις και επιζούν από βέβαιο θάνατο. Δεν ήθελα, όμως, να χρησιμοποιήσω κάτι τόσο εξόφθαλμο, όσο το όνομα Φλαμέλ. Καθώς έριχνα μία ματιά στα ονόματα γνωστών αλχημιστών, την προσοχή μου "έκλεψε" η Περνέλη (ή Περνέλ), σύζυγος και συνεργάτρια του Φλαμέλ. Το όνομα φάνταζε ιδανικό. Μπορούσα ακόμη να κρύψω μια αναφορά στη φιλοσοφική λίθο, που θα περνούσε απαρατήρητη από τον μη υποψιασμένο αναγνώστη.

Εν συνεχεία, έπρεπε να ονοματίσω το ινστιτούτο που διεξήγαγε και χρηματοδοτούσε αυτή τη ριζοσπαστική έρευνα. Για το ινστιτούτο και τον ιδρυτή του επέλεξα να στραφώ στις θεωρίες συνωμοσίας, υπονοώντας ότι πιθανόν να κρύβεται κάτι βαθύτερο (και πιο κακόβουλο) πίσω από την κλινική έρευνα που υπόσχεται ανακούφιση και θεραπεία από ανίατες ασθένειες.

Μία τυχαία αναζήτηση με οδήγησε στην υπόθεση του mind uploading (της φόρτωσης και αποθήκευσης, δηλαδή, της ανθρώπινης συνείδησης σε έναν υπολογιστή) και τον Randal A. Koene, το νευροεπιστήμονα που ίδρυσε μία Μ.Κ.Ο. με σκοπό την προώθηση της έρευνας στο συγκεκριμένο πεδίο. Θεώρησα, δηλαδή, ότι η εταιρεία θα μπορούσε να είναι απότοκο του έργου του εν λόγω μη κερδοσκοπικού οργανισμού, και ότι θα μπορούσε να έχει ονομαστεί προς τιμήν του επιστήμονα που κατέστησε δυνατό να πειραματίζονται με την ανθρώπινη συνείδηση και τη μετάβαση αυτής σε μία βάση δεδομένων.

Για το όνομα του ιδρυτή, επέλεξα να ψάξω πιο βαθιά, σε μία από τις πιο γνωστές θεωρίες συνωμοσίας. Συγκεκριμένα, το project MKUltra της CIA, που λέγεται ότι διεξήγαγε πειράματα mind control (ελέγχου μυαλού) μεταξύ 1953-1973. Επέλεξα να φτιάξω μία καταχθόνια φιγούρα στο πρόσωπο του ιδρυτή του Ρ.Α.Κ., συρράπτοντας τα ονόματα του επιστημονικού υπεύθυνου του προγράμματος MKUltra, Sidney Gottlieb, και του τότε διευθυντή της CIA, Allen Welsh Dulles. Έτσι "γεννήθηκε" ο Σίντνεϊ Άλεν, η μυστηριώδης φιγούρα που εμφανίζεται μία μέρα στο σπίτι ενός φτωχού παιδιού, γνωρίζοντας ήδη το ταλέντο της στα μαθηματικά και τις επιστήμες. 

Ο σκοπός μου ήταν να υπονοήσω ότι ινστιτούτο και ιδρυτής δεν είναι και τόσο αθώοι, όσο φαίνονται. Και ίσως κρύβονται άλλου είδους κίνητρα πίσω από τις ριζοσπαστικές έρευνες που προσπαθούν να θεραπεύσουν ασθενείς μέσα από την αποθήκευση της συνείδησής τους σε έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή. Ίσως πάντοτε κρύβονται σατανικά κίνητρα πίσω από ανάλογες ευγενείς προθέσεις...

Με τα παντελόνια κάτω

EDITORIAL


Μετά από εβδομάδες σιωπής, αραχτή σε ένα μπαλκόνι με το βρακί κι ένα φρέντο καπουτσίνο αγκαλιά, σας καλημερίζω ξανά από το *διαδικτυακό* μου μπαλκόνι. Έχω να γράψω από τον Απρίλιο, αλλά είχα φροντίσει ώστε να σας κρατήσουν συντροφιά οι προγραμματισμένες αναρτήσεις μου, ώστε να μην λείψω ποτέ *πραγματικά* από τη μπλογκόσφαιρα.

Έχουν αλλάξει πολλά πράγματα τους τελευταίους μήνες, και πρώτο και καλύτερος ο μπλόγκερ. Όσοι με διαβάζετε καιρό (είμαι εδώ μέσα σχεδόν δέκα χρόνια, κατάντησα ο γερόλυκος του μπλογκ), ξέρετε ήδη ότι με εκνευρίζουν οι αλλαγές που κάνει κατά καιρό ο ιστότοπος. Μου τη δίνει που αλλάζει ο πίνακας ελέγχου, εκνευρίζομαι να ψάχνω λειτουργίες που ήξερα ενστικτωδώς ότι βρίσκονται σε μία *συγκεκριμένη* θέση, μου ξυπνάει το OCD πως-το-λένε. Αφήκετε με να είμαι ο boomer της μπλογκόσφαιρας.

Εκτός μπλογκόσφαιρας, η καθημερινότητα είναι επίσης διαφορετική. Πρώτη φορά μετά από χρόνια, δε δουλεύω καλοκαίρι. Πρώτη φορά κάνω καλοκαιρινές διακοπές. Πρώτη φορά κοιμάμαι χωρίς ξυπνητήρι, ξυπνάω δίχως την υποχρέωση να ντυθώ. Πίστευα ότι θα μου ήταν δύσκολο να μείνω χωρίς δουλειά, ότι θα βυθιζόμουν στο τέλμα και στην κατάθλιψη που γνώρισα μετά την ορκωμοσία μου και μέχρι να πιάσω δουλειά. Ότι δε θα βρω διέξοδο για την ενέργεια που συσσωρευόταν μέσα μου.  Όταν ξέσπασε η πανδημία ένιωθα οργισμένη - οργισμένη για τη σεζόν που θα πήγαινε χαμένη, για τα χρήματα που στερούμαι, για το μεράκι μου, που κατέληξε στον κάλαθο των αχρήστων. Ένιωθα ότι εγώ η ίδια κατέληξα στον κάλαθο των αχρήστων.

Τώρα, όμως; Τώρα που πέρασε ο καιρός, τώρα που έσφιξαν οι ζέστες, τώρα που βρήκα το ιδανικό αφρόγαλα για φρέντο, τώρα που ξεκουράστηκα και απέβαλα το φαρμάκι, που λέγεται άγχος, από μέσα μου, τώρα κατάλαβα ότι την είχα εν τέλει ανάγκη αυτή την ανάπαυλα. Ότι είχα ανάγκη όχι τόσο να ξεκουράσω το σώμα, αλλά το πνεύμα μου. Τώρα που το μεγαλύτερο πρόβλημά μου είναι ότι ακόμα δεν κατάφερα να πάω στη θάλασσα (πονεμένη ιστορία), τώρα που δε μετράω τις μέρες ως "ημέρες ξύλου" και "αντίστροφη μέτρηση μέχρι να ξεκινήσει το ξύλο", τώρα συνειδητοποίησα ότι αυτό που μου έλειπε ήταν η ξεγνοιασιά. Τώρα κατάλαβα ότι το άγχος μου δηλητηρίαζε το μυαλό και την ψυχή. Ότι μου σκότωνε τη δημιουργικότητα. Και τώρα δε θέλω να τελειώσουν οι διακοπές μου.

Παράλληλα, βρήκα τρόπους να ξεσπάσω την ενέργεια μου όσο διαρκούν οι διακοπές μου. Γράφτηκα ξανά στο γυμναστήριο, περιέθαλψα ένα ορφανό γατάκι (όσοι δεν έχετε κάνει γατο-σίττινγκ, να ξέρετε ότι είναι σαν να έχετε ένα βρέφος στο σπίτι, μείον το θηλασμό), έβαλα και άπλωσα αμέτρητα πλυντήρια. Σκούπισα, σφουγγάρισα και απολύμανα επιφάνειες. Οργάνωσα εκ νέου τη ντουλάπα μου. Και τη διέλυσα μέσα σε τρεις μέρες. Γιατί το χάος είναι το στοιχείο μου.

Και ανακάλυψα τελικά ότι δεν είχα τόση ενέργεια όση νόμιζα. Γιατί τα τελευταία χρόνια εξάντλησα το σώμα μου δίχως έλεος, με δικαιολογία τα νιάτα μου γιατί "αν δεν το κάνω τώρα που μπορώ, πότε;".

Μέχρι που μία ημέρα, μόλις χθες, κάθισα στον καναπέ και άνοιξα το Word. Για ένα δεκάωρο η τηλεόραση παρέμεινε κλειστή, δεν κοίταξα την οθόνη του κινητού μου, αγνόησα τις ειδοποιήσεις του Netflix. Η έμπνευση μου είχε χτυπήσει την πόρτα. Και αυτή τη φορά είχε όλο της το σθένος, απέκτησε υπόσταση και ζωντανή μου υπαγόρευσε αρχή, μέση και τέλος. Ένα διήγημα γεννήθηκε μέσα σε μία ημέρα. Μετά από μήνες σιωπής, το υποσυνείδητο μου γέννησε ένα ολόκληρο διήγημα. (Θα ακολουθήσει ξεχωριστή ανάρτηση, μην τη χάσετε!)

Στο τέλος αυτής της δημιουργικής έκρηξης, κοίταξα την καταμέτρηση σελίδων και λέξεων. Αυτό που ξεκίνησε ως μία αόριστη ιδέα, μετρούσε 9 σελίδες και ξεπερνούσε τις δύο χιλιάδες λέξεις. Άνοιξα το "χαμόγελο". Αντιγραφή - επικόλληση - δημοσίευση. Χασμουρήθηκα και έκλεισα το λάπτοπ. Νιώθοντας πληρότητα ξανά, μετά από καιρό, πήγα για ύπνο. Κοιμήθηκα σαν πουλάκι.


Το μανιφέστο της καύλας



Η καύλα είναι αγνή, καθολική και αναμάρτητος. Αγνή γιατί πηγάζει κατευθείαν από την ψυχή χωρίς να μπορούν να την τιθασεύσουν τα ανεριστικά φίλτρα του μυαλού. Καθολική γιατί την νιώθει κάθε ον σε αυτή τη γη. Αναμάρτητος γιατί δε λαθεύει ποτέ, δεν αμφισβητείται και δεν παρεξηγείται: την καύλα πολλοί την περνούν για έρωτα, τον έρωτα δεν τον περνά για καύλα κανείς.

Η καύλα είναι πανταχού παρούσα: στροβιλίζει το μυαλό σου και χορεύει με τα σώψυχά σου. Σε κάνει να περπατάς, να ονειρεύεσαι, να σκέφτεσαι και να δρας.

Η καύλα σε ωθεί να ζεις.

Η καύλα δεν είναι μόνο σεξουαλική· είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής. Η καύλα είναι ενθουσιασμός, μεράκι και δίψα για ζωή. Η καύλα είναι όρεξη, ελευθερία κι ευχαρίστηση.

Η καύλα είναι δύναμη.

Η καύλα είναι παρεξηγημένη. Έχει κατηγορηθεί ως φτηνή, ζωώδης και στιγμιαία. Της φόρεσαν ψεύτικες φορεσιές ρομαντικών ιδεών, την έκαψαν στην πυρά, προσπάθησαν να την τιθασεύσουν με μαστίγια, μετάνοιες και ηθικοκοινωνικούς φραγμούς.

Η καύλα, όμως, δεν είναι εξιδανικευμένη. Βρίσκεται στο εδώ και στο τώρα, χωρίς να αναλώνεται σε υποθέσεις, αναλύσεις και εμμονές. Η καύλα δε γουστάρει να κοιτάει πράγματα κι ανθρώπους με το τηλεσκόπιο, απεχθάνεται τα αδειανά πουκάμισα και τα τινάγματα των πεταλούδων.

Η καύλα δεν είναι φτηνή, γιατί είναι ειλικρινής, ωμή και ατόφια: σιχαίνεται τα ψέματα, το φόβο, τα πρέπει και τις κάθε είδους συμβάσεις. Δε γουστάρει βολέματα, πειθαρχίες και ωχαδερφισμούς. Κάνει πέρα τους δειλούς, τους άτολμους, τους βολεμένους και τους βουτυρομπεμπέδες.

Η καύλα δεν είναι στιγμιαία: η καύλα είναι αθάνατη. Πηγάζει απ’ τη ζωή και χορεύει με το θάνατο. Όσο η γη γυρίζει, θα υπάρχει καύλα, γιατί η γη γυρίζει από καύλα. Η καύλα δεν είναι η πεταλούδα που θα καεί απ’ τη φωτιά· η καύλα ανάβει τη φωτιά. Η καύλα δεν πεθαίνει· χάνεται μόνο όταν πάψει να υπάρχει θέληση.

Η καύλα δεν είναι μία έννοια πολυσύνθετη: απλώς υπάρχει.

Βρίσκεται στα χαμόγελα των ανθρώπων και πίσω από κάθε λαμπρή ιδέα. Βρίσκεται στα κορμιά των εραστών και στις εμπνεύσεις των συγγραφέων. Βρίσκεται στις λέξεις των ποιητών, στις μελωδίες των μουσικών και στο γέλιο των παιδιών. Βρίσκεται στα πινέλα των ζωγράφων, στα “εύρηκα” των εφευρετών και στα χέρια των χτιστών. Βρίσκεται στις ιαχές των πολεμιστών και στο διαλογισμό των μυστών. Βρίσκεται στα πέταλα των λουλουδιών και στο βόμβο των μελισσών, στις στάλες της βροχής, στον κεραυνό, τη βροντή, την ελπίδα και την απελπισία.

Είσαι εδώ λόγω της καύλας και λόγω της καύλας ζεις, υπάρχεις κι αναπνέεις.Κι αφού γεννήθηκες λόγω της καύλας, ζήσε και πέθανε με καύλα.

Περπάτησε με καύλα και όλος ο κόσμος θα γίνει δικός σου.

Χαμογέλασε με καύλα και δε μαλώσεις ποτέ.

Δούλεψε με καύλα και δε θα κουραστείς.

Γέλα με καύλα και θ’ αργήσεις να κλάψεις ξανά.

Κλάψε με καύλα και θα γελάσεις ξανά σύντομα.

Γάμα με καύλα και νιώσε.

Νιώσε με καύλα και ζήσε.

Ζήσε με καύλα και πέθανε ευτυχισμένος.

Τάδε έφη Έρις και αυτός είναι ο νόμος (ή και όχι).

Δευτέρα 15 Ιουνίου 2020

Τι να σημαίνει αυτό για την ίδια μου την ψυχή;




Η οχλαγωγία και τα δυνατά γέλια,

Τα αστραφτερά δόντια και τα ακριβά ρούχα,

Τα ψεύτικα σ’ αγαπώ και τα χωμένα στις οθόνες πρόσωπα

Κάτω από μια πράσινη του χρήματος βροχή, με μεγάλωσαν.

Μου έκαναν τα μαλλιά λίγο πιο άσπρα και το δέρμα μου πιο γέρικο.

Ο καπνός των εξατμίσεων των αυτοκινήτων,

Τα μεγάλα κτίρια με τις ηλεκτρονικές κάρτες στην είσοδο,

Με τις αδικίες και το κουτσομπολιό στα κλειστά μιτινγκ ρουμς,

Τα λόγια τα μεγάλα κι οι κούφιες υποσχέσεις με μεγάλωσαν.

Με καθήλωσαν σε μια καρέκλα, άπραγο, ανάπηρο.

Αδύναμο, κι ας είν’ τα πόδια μου γερά.

Τα παιδικά μου μάτια μεγάλωσαν,

Ο χρόνος κι οι εικόνες τα διέφθειραν.

Κι αν είναι αυτά ο καθρέφτης της ψυχής μου,

Τι να σημαίνει αυτό για την ίδια μου την ψυχή;

Μεγάλωσα,
Βαγγέλης Σαββίδης

Πηγή: enfo.gr

Σάββατο 6 Ιουνίου 2020

νύχτα στο νησί

Τη νύχτα σ’ ένα νησί
Πάμπλο Νερούντα


Όλη τη νύχτα κοιμήθηκα μαζί σου κοντά στη θάλασσα, στο νησί. Ήσουν άγρια και γλυκιά ανάμεσα στην ηδονή και στον ύπνο ανάμεσα στη φωτιά και στο νερό.

Ίσως πολύ αργά ενώθηκαν τα όνειρά μας, στα ψηλά ή στα βαθιά, στα ψηλά σαν κλαδιά που κουνάει ο ίδιος άνεμος, στα χαμηλά σαν κόκκινες ρίζες που αγγίζονται.

Ίσως το όνειρό σου χωρίστηκε από το δικό μου και στη σκοτεινή θάλασσα με έψαχνε όπως πρώτα υπήρχες όταν δεν ακόμα, όταν χωρίς να σε διακρίνω έπλεα στο πλάι σου, και τα μάτια σου έψαχναν αυτό που τώρα – ψωμί, κρασί, έρωτα και θυμό – σου δίνω με γεμάτα χέρια, γιατί εσύ είσαι το κύπελλο που περίμενε τα δώρα της ζωής μου.

Κοιμήθηκα μαζί σου όλη τη νύχτα, ενώ η σκοτεινή γη γυρίζει με ζωντανούς και νεκρούς, και σαν ξύπνησα ξάφνου καταμεσής στη σκιά το μπράτσο μου τύλιγε τη μέση σου. Ούτε η νύχτα, ούτε ο ύπνος μπόρεσαν να μας χωρίσουν.

Κοιμήθηκα μαζί σου και ξύπνησα με το στόμα σου βγαλμένο από τον ύπνο να μου δίνει τη γεύση από τη γη, από τη θάλασσα, από τα φύκια, από το βάθος της ζωής σου, και δέχτηκα το φιλί σου μουσκεμένο από την αυγή σαν να έφθανε από τη θάλασσα που μας περιβάλλει.

(από τα 100 ερωτικά σονέτα)

Πέμπτη 4 Ιουνίου 2020

σονέτο της νυκτός



Σαν γλύπτη αρχαίου καλλιτέχνημα 
Διαγράφεται η πλάτη σου 
Καθώς ξαπλώνεις δίπλα μου γυμνός 
Η σκέψη σου ανέφελη 
Και τα πολύχρωμα σου όνειρα 
Ζωγραφίζουν στο πρόσωπό σου 
Χαμόγελο μικρού παιδιού 
Το αγόρι που έκανε σκανταλιά 
Ξυπνάει 
Όταν εσύ βυθίζεσαι 
Σε ύπνο γαλήνιο 
-Πόσο όμορφος γίνεται όταν παύεις να αντιστέκεσαι στον εαυτό σου!- 
Για να φωτίσει η παρουσία σου τα σκοτάδια μου 
Και η σιγανή ανάσα σου να γίνει σονέτο της νυκτός 
Σε ξενύχτι επουράνιο 
Λύτρωση να χαρίσει 
Στην ψυχή 
Του καταραμένου ποιητή.
Στίχων Οφειλές, 2017