Η αγάπη
άργησε μια μέρα
Ήτανε ένα βράδυ σαν όλα τ’ άλλα όταν
το χέρι μου αποφάσισε να γράψει ένα γράμμα και σε σένα, τον άνθρωπο που θέλησε
να περάσει από τη ζωή μου ένα βράδυ. Καθώς αναπολούσα τα παλιά, και με το νου
ξεφύλλιζα το φωτογραφικό άλμπουμ ιδανικών και ανάξιων εραστών, στην τελευταία
σελίδα μού χαμογέλασε με αναίδεια η πιο πρόσφατη προσθήκη. Ήσουν εσύ και ήταν η
διάθεσή μου τόσο χάλια, που βρήκε τόπο επιτέλους να εγκατασταθεί μία οργή που
σου χρωστούσα μήνες.
Για εκείνα τα μηνύματα και για τη
συμπεριφορά σου, που έμοιαζε να απευθύνεται όχι σε άνθρωπο, αλλά σε άψυχο ον. Για τα θέλω σου, που με
θράσος όρθωσες μπροστά μου, θαρρώντας πως είχες το δικαίωμα να διεκδικήσεις κι
εσύ ένα κομμάτι από την ακρωτηριασμένη μου ύπαρξη.
Μπορεί να μην ήξερες πως έχω μία
ψυχή ανάπηρη, δε θα το αρνηθώ, αλλά δε χρειαζόταν κιόλας να το ξέρεις. Ο
σεβασμός από μέρους σου μού άνηκε δικαιωματικά, ακόμη κι αν δεν γνώριζες ότι
μιλάς σε ήρωα πολέμου.
Διεκδίκησες κυριαρχικά δικαιώματα
σε ένα κτήμα που δε σου άνηκε, θεωρώντας ότι θα γίνει δικό σου λόγω
χρησικτησίας. Τόσο πολύ σε τύφλωσε η αλαζονεία που δεν έβλεπες ότι ο ιδιοκτήτης
έστεκε εκεί μπροστά σου και σε κοιτούσε με μάτια που πετούσαν φλόγες.
Ίσως να έπρεπε να θέσω τέρμα στο
πραξικόπημά σου εξαρχής. Τους τίτλους ιδιοκτησίας να κολλήσω στο πρόσωπό σου,
μέχρι να καταλάβεις ποιος είναι κύριος αυτού του οικοπέδου. Αλλά με πέτυχες σε
παιχνιδιάρικη διάθεση. Και έθεσα την αξιοπρέπειά μου σε κίνδυνο προς τέρψιν
ενός τυχάρπαστου περιπλανώμενου.
Κατάλαβέ με, έχουν και οι
πολεμιστές ανάγκη ένα διάλειμμα.
Είχα κι εγώ στα 24 μου χρόνια την
ανάγκη να κάνω μία τρέλα. Χρειαζόμουν μια περιπέτεια να με βγάλει από τη
ρουτίνα που με τύλιγε σαν σιδερένια αλυσίδα και με κρατούσε φυλακισμένη σε μια
ζωή στην οποία δεν ανήκω. Ένα ελεύθερο πνεύμα σαν κι εμένα νιώθει να πνίγεται
σε τόση στασιμότητα.
Έπαιξα. Και θα το έκανα ξανά.
Ακόμη ψάχνω εκείνη την περιπέτεια που θα με συγκλονίσει και τη ζωή μου θα
ταρακουνήσει συθέμελα, τόσο που κάθε τοιχίο κομφορμισμού θα γκρεμιστεί ολοσχερώς.
Αλλά είναι εκείνο το «γιατί;» που
με πνίγει. Ξέρεις ποιο εννοώ. Όχι για εσένα. Εσύ, σου το ομολογώ ανερυθρίαστα,
μου είσαι παντελώς αδιάφορος. Ξένος ήσουν και θα μείνεις. Τον εαυτό μου
σκέφτομαι.
Τον εαυτό μου που ανέχεται
τέτοιες καταστάσεις ως φυσιολογικές. Που έμαθε να ζει σε έναν κόσμο όπου είναι
αναμενόμενο να σου φερθούν λες κι είσαι προϊόν σε ράφι σούπερ μάρκετ. Που έμαθε
να γελάει με φαινόμενα που θα έπρεπε να είναι παράδοξα. Τον εαυτό μου που
υποτάσσεται στη σύμβαση της ευγένειας αντί να σε διαολοστείλει. Τον εαυτό μου
που ζει σε μια κοινωνία τόσο μισογυνιστική που θεωρείται αυθάδεια και έπαρση
μία γυναίκα να λέει όχι. Να γκρεμίζει τις επεκτατικές φιλοδοξίες του εραστή
Μέγα Αλέκου.
Αντιθέτως, είναι υποχρεωμένη να
ενδώσει στο «παιχνίδι» και να βγει από τη δύσκολη θέση με διπλωματία και νάζι
–μην τυχόν και πληγώσει το «εγώ» του μπούλη! Είναι «αντιαισθητικό» μία γυναίκα
να σου πει να πας να γαμηθείς χωρίς
αυτήν.
Γιατί να πρέπει να παίξω τη γλυκούλα
και καλούλα λολίτα; Γιατί να έχει την παραμικρή σημασία το τι θα σκεφτείς για
μένα; Σε τελική ανάλυση, με νοιάζει πραγματικά τι θα πεις για εμένα; Για κάτσε
να σκεφτώ… Εχμ, ΌΧΙ.
Ποιος μας επέβαλε τότε αυτό το
πρότυπο συμπεριφοράς και ποιος εμφύσησε μέσα μας έναν υποσυνείδητο δισταγμό να
ορθώσουμε το ανάστημά μας;
Σκέψου τα χειρότερα που θα
μπορούσες να πεις για εμένα και για το γεγονός ότι σε άφησα «με το πουλί στο
χέρι». Κάτσε να σε βοηθήσω λίγο. Σκύλα. Κάργια. Πουτάνα. Τσούλα. Αγάμητη.
Μυξοπαρθένα. Προσβολές απολύτως αντιφατικές και αντικρουόμενες. Δικαιολογίες
που γεννά ο αντρικός νους για να δικαιολογήσει το γεγονός ότι, ναι, τόλμησε
κάποια να μην υποκύψει στη γοητεία του. Και για να μην υπέκυψε, κάτι στραβό θα
έχει σίγουρα εκείνη. Ποια μπορεί να αντισταθεί στον Αλέν Ντελόν;
Τα σκέφτηκες; Κι εγώ τα σκέφτηκα
και είμαι σίγουρη ότι κάποιο από αυτά θα ψέλλισες κι εσύ εκείνη την ημέρα. Ίσως
και να πρωτοτύπησες και να είπες κάτι άλλο. Ίσως και όχι. Οπωσδήποτε πίστεψες
ότι μου έκανες και χάρη που θέλησες να είμαι εγώ αυτή που θα σου σβήσει την
κάψα. Το θέμα είναι ότι τίποτα από όλα αυτά δε με κάνει να νιώθω άσχημα, να
μετανιώνω την απόρριψη που σου σέρβιρα σε ασημένιο δίσκο. Ίσα-ίσα.
Μόνο που συλλογιέμαι, γιατί
έπρεπε να σου τη φέρω την απόρριψη πλαγίως. Τι είναι εκείνο που με εμπόδισε να
σου επισημάνω πόσο ξεφτίλας είσαι. Γιατί παρασύρθηκα σε Jeux d' enfants;
Κάθομαι και τα καλοσκέφτομαι και,
αναπόφευκτα, ξεσπάω «I’m too old for this shit!».
Φτάνει πια με τις ολέθριες
σχέσεις. Βαρέθηκα να ζω σαν Χολιγουντιανό κλισέ. Cap ou pas cap?
Δεν είμαι δεκαοχτάχρονη να
αναλώνομαι σε ατελέσφορες συναναστροφές –έτσι, για το γαμώτο. Δεν είμαι πλέον
κοριτσάκι –ή έστω, δεν νιώθω πλέον κοριτσάκι. Δεν μου περισσεύει πια χρόνος να
σκοτώσω, ούτε Παράδεισοι να τους βάλω φωτιά. Έχεις να μου προσφέρεις κάτι; Να
συνεισφέρεις, έστω και λίγο, στη ζωή μου; Όχι; Ε τότε φίλε μου μάζεψέ τα και
πήγαινε στο σπίτι σου! Στο καλό να πας, από το πεζοδρόμιο, και ζακέτα να βάλεις
μη κρυώσεις! Εδώ να μείνεις μονάχα αν το θες πραγματικά. Εγώ έκλεισα. Δεν έχω
άλλα κομματάκια να κόψω από τον εαυτό μου. Το μαγαζί ξεπούλησε, ο παραγωγός
χρεοκόπησε. Τέλος τα παιδιάστικα καμώματα.
Όχι ρε φίλε, όχι! Παραμεγάλωσα
γι’ αυτές τις αηδίες και παραμεγάλωσες κι εσύ! Πώς γίνεται να το βλέπω εγώ,
ετών 24ων, και να μην το αντιλαμβάνεσαι εσύ 30 χρονών γομάρι; Δεν
είναι καμιά αναθεματισμένη εξίσωση, δε σου ζητώ να ψάξεις τον άγνωστο x. Λίγη ωριμότητα, τέλος
πάντων. Βαρέθηκα να είμαι ο υπεύθυνος ενήλικας. Κουράστηκα να επισημαίνω το
οφθαλμοφανές, να εξηγώ το αυτονόητο. Εδώ μην ξαναέρθεις αδιάβαστος.
Στη ζωή υπάρχει, φίλε μου, μία
λέξη που λέγεται αξιοπρέπεια. Μάθε λοιπόν ότι η δική μου αξιοπρέπεια δεν
προσφέρεται προς ενοικίαση. Δεν την εξαγοράζεις σε άτοκες δόσεις τρυφερότητας.
Όχι πια. Η υπομονή εξαντλήθηκε, τα βερεσέδια τέλος.
Ίσως να μη με σέβεσαι εσύ, αλλά
σέβομαι εγώ τον εαυτό μου. Έμαθα να τον σέβομαι όταν τον είδα να επιβιώνει σε
μάχες με τους χειρότερους δαίμονες που ανθρώπου μάτι έχει αντικρίσει. Ο εαυτός
μου, φίλε μου, -και βαλ’ το αυτό καλά στο νου σου- είναι το γενναιότερο ρεμάλι που γνώρισα ποτέ. Δεν το έβαλε κάτω όταν κάθε
κύτταρο του κορμιού του παρακαλούσε για ένα τέλος. Δε θα υποκλιθεί στην
αρχοντιά σου.
Δε θα θυσιάσω την αξιοπρέπειά μου
για να μου φερθείς εσύ σαν έμβιο σεξουαλικό βοήθημα. Δε θα εκτεθώ στη θύελλα,
ευχαριστώντας σε που με προειδοποίησες ότι μπορεί να ψιχαλίσει. Δε θα μαζέψω
ψίχουλα καλοσύνης από το πάτωμα, επειδή εσύ αποφάσισες να πιεις καφέ στη δική
μου αυλή. Εδώ το μαγαζί είναι VIP
και δίχως πρόσκληση μην κάνεις τον κόπο να περάσεις. Τα κουβαδάκια σου και σ’
άλλη παραλία. Άσε τους θεατρινισμούς για ακροατήριο που θα τους εκτιμήσει. Εγώ
ρίχνω αυλαία και αποσύρομαι. Δεν έχω άλλο χώρο στη ζωή μου για κομπάρσους.
Δε μίσησα εγώ τον εαυτό μου τόσα χρόνια για να περάσεις εσύ από τη ζωή μου για ένα μισάωρο και κάτι
παραπάνω.